13 Νοε 2012

Ιδιωτικοποιήσεις - Μετά την απομάκρυνση από το Ταμείο...

Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο με τους “5 μύθους των ιδιωτικοποιήσεων”, οι πολέμιοι του Δημόσιου ισχυρίζονται ότι το Δημόσιο θα κερδίσει από τις ιδιωτικοποιήσεις. Πέρα από τη λογική αντίφαση, η οποία δεν έχει και τόση σημασία, το κατά πόσο το νέο κύμα αποκρατικοποιήσεων θα ζημιώσει το δημόσιο, όπως θα δούμε παρακάτω γίνεται αυταπόδεικτο. Σκόπιμα σε εκείνο το άρθρο δεν επιμείναμε στην οικονομική κρίση, διότι η προστασία της δημόσιας περιουσίας και των υποδομών κοινής ωφέλειας δεν είναι περιστασιακή υπόθεση. Υπό συνθήκες όμως οικονομικής κρίσης και -κυρίως- τεράστιας ανεργίας και κοινωνικής ανασφάλειας, ιστορικά οι αποκρατικοποιήσεις έχουν τη μορφή του πλιάτσικου. Και η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση.

Έτσι λοιπόν, ενώ η πολιτική ηγεσία και τα ΜΜΕ επαναλαμβάνουν διαρκώς ότι οι ιδιωτικοποιήσεις γίνονται για να κερδίσει το δημόσιο, η αλήθεια είναι ακριβώς η αντίθετη. Το μόνο που χρειάζεται κανείς για να διαπιστώσει την αλήθεια αυτή, είναι να γνωρίσει τη μέθοδο με την οποία γίνονται. Αλλά και την όχι ιδιαίτερα... εύοσμη (γερμανική) πηγή έμπνευσης της μεθόδου.

Με πρόσχημα την ανάγκη για ταχύτητα και αποτελεσματικότητα στις αποκρατικοποιήσεις και την εκμετάλλευση της δημόσιας περιουσίας, ήδη από το 2011 με το νόμο 3986/11 (Μεσοπρόθεσμο .pdf) ιδρύθηκε το Ταμείο Εκμετάλλευσης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ). Το ΤΑΙΠΕΔ είναι ένα είδος σούπερ-μάρκετ της περιουσίας του δημοσίου στην οποία έχουν πρόσβαση οι επενδυτές για να κάνουν τα ψώνια τους. Το Ταμείο συγκεντρώνει όλα τα προς “εκμετάλλευση” στοιχεία της περιουσίας του δημοσίου και διαχειρίζεται με κοινό τρόπο τις διαδικασίες εκποίησής τους. Θεωρητικά και τεχνοκρατικά, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι αποτελεί μία λογική επιλογή για την αποτελεσματικότητα, τη διαφάνεια και την ταχύτητα των αποκρατικοποιήσεων. Μία ματιά όμως στο νόμο 3986 αρκεί για να καταλάβει και ο πλέον καλόπιστος τον πραγματικό χαρακτήρα του ΤΑΙΠΕΔ και το λόγο ίδρυσής του.

Έχουμε λοιπόν το ιδεολόγημα ότι από τις ιδιωτικοποιήσεις θα κερδίσει το δημόσιο και κατ' επέκταση η κοινωνία. Ουδέν αναληθέστερο και θα δούμε το γιατί.

Ξεκινώντας από τα διαδικαστικά, διαβάζουμε στο Άρθρο 2 του ν. 3986
(παράγραφος 4) Στο Ταμείο μεταβιβάζονται και περιέρχονται, χωρίς αντάλλαγμα...
(παράγραφος 5) Τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία περιέρχονται στο Ταμείο, κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή και το Δημόσιο απεκδύεται κάθε δικαιώματός του επί αυτών.
(παράγραφος 7) Το πράγμα ή το δικαίωμα που μεταβιβάστηκε ή παραχωρήθηκε στο Ταμείο, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, δεν μπορεί να αναμεταβιβαστεί στον προηγούμενο κύριο ή δικαιούχο, καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Με λίγα λόγια, για ό,τι περάσει την πόρτα του ΤΑΙΠΕΔ αφενός μεν το δημόσιο δεν παίρνει κανένα αντάλλαγμα και αφετέρου δε χάνει για πάντα την κυριότητά του. Η παράγραφος 7 ξεκαθαρίζει μάλιστα ότι με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να επιστρέψει στον προηγούμενο κάτοχό του. Γίνεται αμέσως αντιληπτό λοιπόν ότι η διαδικασία που επιλέχτηκε καμία απολύτως σχέση δεν έχει με το κέρδος του δημοσίου.

Το λογικό ερώτημα που προκύπτει είναι “πού θα πάνε τα λεφτά από την αγορά ή την αξιοποίηση;”. Παρακάτω στο ίδιο άρθρο αναφέρεται:
(παράγραφος 14) Το τίμημα που εισπράττει το Ταμείο από την αξιοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων, μεταφέρεται το αργότερο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την είσπραξή του, σε πίστωση του ειδικού λογαριασμού με την ονομασία «Ελληνικό Δημόσιο – Λογαριασμός Εσόδων – Αποκρατικοποιήσεις», αφού αφαιρεθούν τα αναλογούντα λειτουργικά έξοδα και οι διοικητικές δαπάνες του Ταμείου για την αξιοποίηση του περιουσιακού στοιχείου.
Έχουμε λοιπόν ως δεδομένα ότι το Δημόσιο δεν παίρνει ούτε ένα ευρώ για την ιδιοκτησία που έχασε και παράλληλα όλο το τίμημα από την πώληση ή την αξιοποίηση μεταφέρεται σε έναν ειδικό λογαριασμό. Εδώ, ας προσέξουμε και τη λεπτομέρεια ότι τα λειτουργικά έξοδα του ΤΑΙΠΕΔ (μεταξύ των οποίων και οι μισθοί των στελεχών του) αποπληρώνονται από την πώληση της δημόσιας περιουσίας, για την οποία το δημόσιο δεν έχει κανένα αντάλλαγμα.

Αν ο ως άνω καλόπιστος ισχυριστεί ότι ο ειδικός λογαριασμός φτιάχτηκε για να δεχτεί τα χρήματα που θα αποδοθούν στη συνέχεια με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο δημόσιο, αμέσως παρακάτω το Άρθρο 2 τον διαψεύδει πανηγυρικά:
(παράγραφος 18) Τα έσοδα του Ταμείου διατίθενται για:
α) Την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.
β) Την αποπληρωμή τυχόν χρεών του.
γ) Την κάλυψη των λειτουργικών του εξόδων.
δ) Την πληρωμή των κάθε είδους δαπανών που απαιτούνται για την εκπλήρωση του σκοπού του.
Έτσι λοιπόν όλη η αξία των προς πώληση ιδιοκτησιακών στοιχείων του δημοσίου θα πάνε απευθείας στους δανειστές της χώρας (τράπεζες) και βέβαια στα στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ. Καμία απολύτως πρόβλεψη για επιστροφή στον προηγούμενο κάτοχό τους, είτε με τη μορφή ρευστού, είτε με τη μορφή ανταλλάγματος, υπηρεσίας ή υποδομής. Η κοινή περιουσία των πολιτών της χώρας ρευστοποιείται προκειμένου να αποπληρωθεί το χρέος.

Κάπου εδώ ο υπερασπιστής των ιδιωτικοποιήσεων θα αντιτάξει το λογικοφανές επιχείρημα ότι η απομείωση του χρέους, θα ωφελήσει τη δημόσια οικονομία, άρα ιδού το κέρδος των πολιτών από τη διαδικασία εκποίησης μέσω ΤΑΙΠΕΔ. Ή αλλιώς το δημόσιο κερδίζει, επειδή πληρώνει τα χρέη του.

Καλόπιστα λοιπόν, ας δεχτούμε ότι η αποπληρωμή του χρέους αποτελεί πράγματι έμμεσο κέρδος για το Δημόσιο. Ωστόσο, μία μικρή σειρά απλών αριθμητικών πράξεων αποδεικνύει ότι η μέθοδος που επιλέχτηκε είναι η χειρότερη δυνατή και το επιχείρημα περί κέρδους του δημοσίου είναι σαθρό. Ούτως ή άλλως, η εικόνα στην οποία παραπέμπει το ΤΑΙΠΕΔ, του χρεοκοπημένου που έχει βγάλει στο πεζοδρόμιο την οικοσκευή του και την ξεπουλά όσο-όσο, είναι προφανής.

ΔΕΣΦΑ: Η εκτίμηση του Ταμείου για την πώληση της ΔΕΣΦΑ είναι μεταξύ 300 και 500 εκατομμυρίων ευρώ. Χωρίς να συνυπολογίζουμε την αξία των υποδομών που κατέχει η ΔΕΣΦΑ, τα κέρδη της εταιρείας μόνο για ένα έτος (το 2011) ανήλθαν στα 125 εκατομμύρια. Έτσι, αν η εταιρεία παρέμενε στα χέρια του δημοσίου σε 3-4 χρόνια θα μπορούσε να καλύψει το ποσό αυτό, διότι όλα τα κέρδη πηγαίνουν στο δημόσιο. Με την πώληση όμως, μετά την τετραετία το δημόσιο χάνει πάνω από 100 εκατ. ετησίως, καθώς θα επιστρέφει μόνο ένα ελάχιστο μέρος με τη μορφή φορολογίας. Ο δε νέος ιδιοκτήτης θα αποσβέσει την επένδυση σε 3-4 χρόνια και θα κατέχει όλην την υποδομή της εταιρείας (που δεν κοστολογήσαμε παραπάνω). Αξίζει απλώς να σημειώσουμε ότι το επενδυτικό πλάνο της ΔΕΣΦΑ που υλοποιείται άμεσα είναι της τάξης των 400 εκατ. (αναβάθμιση του τερματικού LNG Ρεβυθούσας, οι κλάδοι προς Μεγαλόπολη και Αλιβέρι και ο σταθμός συμπίεσης της Νέας Μεσήμβριας).

ΟΠΑΠ: Ένα ακόμη παράδειγμα, πιο εύγλωττο, είναι εκείνο του ΟΠΑΠ. Η κυβέρνηση αποφάσισε τον περασμένο Σεπτέμβρη να πουλήσει το υπόλοιπο 33% που κατέχει, αντί του 29% που ήταν προηγουμένως προγραμματισμένο, αποχωρώντας εντελώς από την εταιρεία. Η χρηματιστηριακή αξία του πακέτου κυμαίνεται στα 500 εκατ. ευρώ ενώ οι εκτιμήσεις για την τελική τιμή της πώλησης του πακέτου δεν ξεπερνούν τα 800 εκατ. Μόνο το α' εξάμηνο του 2012 το ελληνικό δημόσιο εισέπραξε από τον ΟΠΑΠ το 258 εκατ. ευρώ!


Η ιλιγγιώδης λίστα των προς ιδιωτικοποίηση περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου που έχουν περιέλθει στο ΤΑΙΠΕΔ περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο κερδοφόρες επιχειρήσεις του Δημοσίου (ΟΠΑΠ, ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, ΔΕΗ, Ελληνικά Πετρέλαια κ.α.). Για κάθε μία από αυτές ισχύει κάτι αντίστοιχο. Το κράτος θα πετάξει από το παράθυρο κέρδη εκατοντάδων εκατομμυρίων το χρόνο που πηγαίνουν απευθείας στο δημόσιο, ξεπληρώνοντας με ένα μικρό κλάσμα της πραγματικής αξίας της περιουσίας του, ένα επίσης ελάχιστο ποσοστό του δημόσιου χρέους. Παρεμπιπτόντως, με αυτού του είδους τις πολιτικές που έχουν οδηγήσει τη χώρα στην ύφεση, το δημόσιο χρέος -σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Εθνικού Προϋπολογισμού 2013- αναμένεται να ανέβει στα 346 δισ, από 340 που είναι σήμερα. Με δεδομένη την επίσημη πρόβλεψη ύφεσης 4,5% για το 2013, η σχέση του χρέους προς το ΑΕΠ θα εκτοξευτεί στο 189% δύο μόλις χρόνια μετά το “κούρεμα” του PSI. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό του 2013, τα έσοδα από τις παραπάνω αποκρατικοποιήσεις θα ανέλθουν στα 2,6 δισ. Άραγε λοιπόν, πόσο στέκει η άποψη ότι το ΤΑΙΠΕΔ ωφελεί το Δημόσιο;

Το σκηνικό όμως της γενικευμένης εκποίησης μέσω ΤΑΙΠΕΔ δεν σταματά στις ΔΕΚΟ, αλλά προχωρά σε όλες σχεδόν τις δημόσιες υποδομές της χώρας (π.χ. λιμάνια, αεροδρόμια κ.λπ.) περιλαμβανομένων ακόμη και νησιών. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την “Καθημερινή”:
«το ΤΑΙΠΕΔ εξετάζει τις δυνατότητες ενοικίασης σαράντα ακατοίκητων νησίδων. Το Ταμείο μέχρι τώρα έχει εξετάσει 562 νησιά με την προοπτική της αξιοποίησής τους. Σε 40 από αυτά τα νησιά, το Ταμείο βλέπει προοπτικές αξιοποίησης ως θέρετρα αναψυχής υψηλών προδιαγραφών. Η αξιοποίηση, όπως ανέφερε το στέλεχος του ΤΑΙΠΕΔ, θα γίνει μέσω παραχώρησης για 30 έως 50 χρόνια».
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι το ΤΑΙΠΕΔ έχει βάλει χέρι ακόμη και στη αμιγώς δημόσια περιουσία (και όχι μόνο στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου), καθώς η γη, ο αιγιαλός, τα ποτάμια, τα δάση κ.λπ. περιλαμβάνονται στον ορισμό του δημόσιου κτήματος (κοινόχρηστου). Προκειμένου να αποφευχθεί ο σκόπελος της ιδιωτικοποίησης κοινόχρηστου χώρου, στο Μεσοπρόθεσμο επανήλθε ο ορισμός της “Επιφάνειας” και μάλιστα κατά παρέκκλιση του Αστικού Κώδικα, ο οποίος προβλέπει ότι δεν διαχωρίζεται το εποικοδόμημα από τη γη ή το νερό. Πιο συγκεκριμένα στο Άρθρο 18 ορίζεται:
(παράγραφος 1): «Επιφάνεια» είναι το εμπράγματο δικαίωμα φυσικού ή νομικού προσώπου να κατασκευάζει κτίσμα σε έδαφος δημοσίου κτήματος, που δεν του ανήκει, και να ασκεί στο κτίσμα τις εξουσίες, που παρέχει το δικαίωμα της κυριότητας.
Και με το Άρθρο 19 καθορίζεται το δικαίωμα στην επιφάνεια που δίδεται στον “ενοικιαστή” του δημόσιου κτήματος:
Σύσταση δικαιώματος επιφανείας
1. Κατά παρέκκλιση των άρθρων 953 και 954 του Αστικού Κώδικα, επιτρέπεται η σύσταση δικαιώματος επιφανείας επί δημοσίων κτημάτων. Το δικαίωμα επιφανείας περιλαμβάνεται στην ακίνητη περιουσία κατά την έννοια του άρθρου 949 του Αστικού Κώδικα.
2. [...]η διάρκεια του δικαιώματος δεν μπορεί να υπερβεί τα πενήντα (50) έτη, εκτός αν συστήθηκε για βραχύτερο χρόνο, που δεν μπορεί όμως να υπολείπεται των πέντε (5)
ετών.
Κατά συνέπεια, όχι μόνο περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ όλες οι δημόσιες υποδομές, όπως αεροδρόμια, λιμάνια, αυτοκινητόδρομοι, γέφυρες, σήραγγες  σιδηροδρομικό δίκτυο κ.α, αλλά και η ίδια η γη. Τα 40 νησιά που αναφέρονται στο ρεπορτάζ της “Καθημερινής” θα αποδοθούν σε ιδιώτες για περίοδο ως πενήντα χρόνια, όπου θα μπορούν, με το δικαίωμα που τους δίνεται μέσω της “επιφάνειας”, να εκμεταλλεύονται τη δημόσια γη. Είναι κρίσιμο εδώ να αναφερθεί ότι τα έσοδα από την παραχώρηση βραχονησίδων, ένα ούτως ή άλλως πολύ ευαίσθητο ζήτημα κυριαρχίας, πηγαίνουν σε έναν κλειστό λογαριασμό από τον οποίο ούτε ένα ευρώ δεν πάει σε υποδομές ή υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, παρά μόνο στις τράπεζες.

Κάντο όπως η Τρόιχαντ

Επειδή όμως ακόμη και μετά από όλα τα παραπάνω ενδέχεται να υπάρχουν ακόμη καλόπιστοι που να νομίζουν ότι το ΤΑΙΠΕΔ είναι ένας απαραίτητος θεσμός που μπορεί να βάλει έστω κι ένα χεράκι για να βγει η χώρα από την παρούσα κατάσταση, μία πολύ πρόσφατη ιστορία διαλύει και τις εναπομείνασες ψευδαισθήσεις τους.

Το ΤΑΙΠΕΔ δεν αποτελεί ελληνική ευρεσιτεχνία. Ήδη πριν από την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου το 2011, είχε προκριθεί το μοντέλο μαζικών ιδιωτικοποιήσεων που ακολουθήθηκε στη Γερμανία από το 1990 έως το 1994, κατά την επανένωση των δύο Γερμανιών μετά την πτώση του Τείχους. Ένα καταστροφικό σχέδιο που πρακτικά εξαΰλωσε τις τεράστιες υποδομές της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, αφήνοντας περισσότερους από 2,5 εκατομμύρια εργαζόμενους στο δρόμο. Τότε δημιουργήθηκε μία εταιρεία διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας της πρώην Αν.Γερμανίας, ονόματι Τρόιχαντ (σ.σ. Treuhand = έμπιστο χέρι), της οποίας πιστό αντίγραφο αποτελεί το ΤΑΙΠΕΔ.

Για την Τρόιχαντ η οποία ανέλαβε το μεγαλύτερο πακέτο ιδιωτικοποιήσεων δημόσιας περιουσίας (εργοστάσια, υποδομές, γη, ακόμη και καταστήματα λιανικής) στην ιστορία της Ευρώπης κατάφερε μέσα σε τέσσερα χρόνια να διαλύσει μία χώρα, να διώξει  εκατομμύρια εργαζόμενους και να αφήσει τελικά τρομακτικά χρέη που επιβάρυναν την γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Η αλήθεια όμως είναι ότι το 1994 διαλύθηκε εν μέσω εργατικών κινητοποιήσεων με επίκεντρο ένα τεράστιο αριθμό «μη αναγκαίων» απολύσεων (2.500.000 εργαζομένων, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν ξαναδούλεψαν), καταγγελιών για κλείσιμο κερδοφόρων επιχειρήσεων προς όφελος των δυτικογερμανικών ανταγωνιστριών τους και πάσης φύσεως άλλων σκανδάλων: 500 υποθέσεις συσχετισμένες με τις fast track πωλήσεις της, από δωροδοκία έως κατάχρηση και απάτη, διερευνούσε η Δικαιοσύνη την περίοδο διάλυσης της. Προφανώς όχι άδικα: Με αρχική αποτίμηση της αξίας των προς πώληση περιουσιακών στοιχείων τα 600 δις δυτικογερμανικά μάρκα (300 δις ευρώ), πούλησε το 85% της δημόσιας περιουσίας της Ανατολικής Γερμανίας αντί 44 δις μάρκων (ανάμεσα τους «δημοφιλείς» επιχειρήσεις πουλήθηκαν σε πλειστηριασμούς με ένα μοναδικό πλειοδότη αντί 1 μάρκου): Με τελικό απολογισμό από τη μεταφορά ενός τεράστιου δημόσιου πλούτου στον «ιδιωτικό τομέα», 170 δισ. δολάρια ζημιές(!) χάρη και στη δραστηριότητα των 3.000 νεαρών υπαλλήλων της, αποσπασμένων από τους μεγαλύτερους δυτικογερμανικούς επιχειρηματικούς ομίλους με «ειδικό σκοπό». 
Νάντια Βαλαβάνη (Αυγή, 15/7/2012)

Η Τρόιχαντ αποτέλεσε το συνώνυμο της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων(*), στην υποδειγματική -υποτίθεται- Γερμανία και, όπως περιγράφει η Ημερησία:
Υπήρξε για χρόνια ο πιο μισητός οργανισμός στη Γερμανία, με τις επικρίσεις και το μίσος να λαμβάνουν δολοφονικές διαστάσεις, όταν ο επικεφαλής του έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες τρομοκρατών. Ο οργανισμός έφερε σε πέρας την αποστολή του σε τέσσερα χρόνια, με το τελικό καθαρό κόστος όμως να υπολογίζεται στα 175 δισ. δολάρια.
Κι όμως, το σαρωτικό αυτό μοντέλο εκποίησης δημόσιας περιουσίας, που έφτασε να πουλά ως και 20 εταιρείες ημερησίως(!), πρότεινε το Μάιο ο Σουηδός Υπουργός Οικονομικών, Άντερς Μποργκ κι έσπευσε να υιοθετήσει ο Πρόεδρος του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ. Όπως επισημαίνει το Βήμα: «Ο ρόλος της Τρόιχαντ είναι αμφιλεγόμενος, καθώς τίθεται συχνά το ερώτημα αν τελικά η εταιρεία ξεπούλησε την κρατική περιουσία κι αν δεν υπήρχε εναλλακτική στις γρήγορες ιδιωτικοποιήσεις. Ωστόσο κορυφαίοι Ευρωπαίοι πολιτικοί αφήνουν αυτή τη συζήτηση στην άκρη και προτείνουν το μοντέλο της εταιρείας Treuhand για την Ελλάδα». Όπερ και εγένετο  Λίγους μήνες αργότερα γεννήθηκε το ΤΑΙΠΕΔ μέσω του Μεσοπρόθεσμου του 2011.

Κάντο χειρότερα από την Τρόιχαντ

Οι υποστηρικτές της ιδιωτικοποίησης αναγνωρίζουν τα σφάλματα του μοντέλου της Τρόιχαντ, ωστόσο καθησυχάζουν λέγοντας ότι οι δύο περιπτώσεις έχουν λίγα κοινά στοιχεία μεταξύ τους. Ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα είναι ήδη μία ενιαία οικονομία και όχι δύο διαφορετικές όπως στη γερμανική περίπτωση. Επίσης στην περίπτωσή μας δεν επιχειρείται η απορρόφηση ενός κομματιού της παραγωγικής υποδομής από ένα άλλο ήδη ανεπτυγμένο, όπως συνέβαινε το 1990 μεταξύ των δύο Γερμανιών, αλλά η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και η εκμετάλλευση μεγάλων αναξιοποίητων εκτάσεων και υποδομών. Επίσης, τα ιδιωτικά συμφέροντα της Δυτικής Γερμανίας επιθυμούσαν τη διάλυση εκατοντάδων εταιρειών της Ανατολικής που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εσωτερικό ανταγωνισμό. Εδώ δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα, λένε. Πράγματι, η παρομοίωση με την περίπτωση της Γερμανίας είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Το πιο πιθανό είναι η ελληνική περίπτωση να αποδειχτεί ακόμη χειρότερη.

Πρώτα από όλα μπορεί η Δυτική Γερμανία να συμπεριφέρθηκε ως επικυρίαρχος στην Ανατολική Γερμανία, αλλά δεν παύει το έργο της Τρόιχαντ να είναι εσωτερικό. Κατά δεύτερο, τόσο τα έσοδα -αν υπήρχαν- όσο και η παραγωγική αναδιάρθρωση θα διοχετεύονταν στην οικονομία της ενοποιημένης Γερμανίας και, τρίτον, αποσκοπούσε στην ανασυγκρότηση της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, με στόχο την αποκατάσταση της εσωτερικής ισορροπίας στη γερμανική οικονομία και κοινωνία. Τέλος, το αρχικό σχέδιο προέβλεπε την αποζημίωση του λαού της Αν. Γερμανίας, καθώς η δική του περιουσία περνούσε σε ιδιωτικά χέρια.

Στη χώρα μας πρωταρχικός σκοπός είναι η εκποίηση και η άντληση ρευστού από την πώληση ή την ενοικίαση της δημόσιας περιουσίας. Αξίες που θα πάνε σε κλειστούς λογαριασμούς και στη συνέχεια απευθείας στις τράπεζες και τους δανειστές της χώρας. Στην Ελλάδα δεν πωλούνται, ή έστω ρευστοποιούνται, προβληματικές επιχειρήσεις του κράτους, αλλά επιχειρήσεις και εκτάσεις “φιλέτα”, πολλές από αυτές σε υποπολλαπλάσια της πραγματικής, χρηματιστηριακή αξία και όλες κάτω από την αφόρητη πίεση του χρόνου (σ.σ. το δεύτερο βέβαια ίσχυε και για την λειτουργία της Τρόιχαντ). Στις περισσότερες εταιρείες που θα περάσουν σε ιδιωτικά χέρια, το τμήμα τους που παρουσιάζει παθητικό θα παραμείνει στο δημόσιο, επιβαρύνοντας αποκλειστικά τους Έλληνες πολίτες. Επιπλέον η διαδικασία δεν είναι εσωτερική και δεν ελέγχεται καλά καλά από την ελληνική βουλή. Έχει επιβληθεί από εξωτερικούς παράγοντες και επιβλέπεται σε μεγάλο βαθμό από αυτούς, εξωθεσμικά. Οι πιέσεις για τον πλήρη αποκλεισμό της κοινοβουλευτικής διαδικασίας στον έλεγχο των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων κορυφώθηκε στην ψήφιση του νέου Μεσοπρόθεσμου (ή Μνημόνιο 3) πριν λίγες ημέρες.

Γνωρίζοντας από το πρόσφατο παρελθόν της Ελλάδας τον χορό των ιδιωτικών συμφερόντων και μέσα σε όλα αυτά, ήρθε να προστεθεί η περίπτωση της Σλοβάκας εμπειρογνώμονα του ΤΑΙΠΕΔ, η οποία εμπλέκεται σε υπόθεση διαφθοράς τον περασμένο Αύγουστο. Στέλεχος τοποθετημένο από την Κομισιόν, η Άννα Μπουμπενίκοβα, κατηγορείται ως αφανής μεσάζων εξυπηρέτησης συμφερόντων σε ιδιωτικοποιήσεις της χώρας της την περίοδο 2005-6.

Να σημειωθεί εδώ ότι οι αμοιβές των συμβούλων του ΤΑΙΠΕΔ δεν υπόκεινται στο πλαφόν των υπολοίπων στελεχών του Δημοσίου. Ήδη στο οκτάμηνο Ιουλίου 2011 – Μαρτίου 2012, οι αμοιβές και τα έξοδά τους ανήλθαν στα 6,9 εκατ. ευρώ. Μεταξύ αυτών, απολαβές που ξεπερνούν τα 20.000 ευρώ μηνιαίως.

Δεν είναι δυνατόν ο ομότιμος
καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιά
να μη γνωρίζει τι ήταν το μυθικό Ελ Ντοράντο
Σχετικά με τις προθέσεις -αλλά και το ποιον- των στελεχών του ΤΑΙΠΕΔ, καλό είναι να μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Ο νέος πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ, είναι ο Τάκης Αθανασόπουλος. Πρώην Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της Toyota Motor Europe και πρώην Πρόεδρος της ΔΕΗ (τοποθετημένος από την κυβέρνηση της ΝΔ, το 2007). Σε θέση Διευθύνοντος Συμβούλου δε, έχει αναλάβει ο μέχρι πρόσφατα επικεφαλής της Επενδυτικής Τραπεζικής του Ομίλου Alpha Bank, Γιάννης Εμίρης. Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο κ. Αθανασόπουλος παρομοίωσε την Ελλάδα με το μυθικό Ελ Ντοράντο: «Αν μπορέσουμε να αλλάξουμε την ψυχολογία, η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει Ελ Ντοράντο για τους επενδυτές. Το πλεονέκτημά μας είναι ότι η χώρα δεν είναι κορεσμένη σε κανέναν τομέα, ιδιαίτερα στον τουρισμό».

Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Τάκης Αθανασόπουλος, είναι αδύνατον να μη γνωρίζει τι ήταν το μυθικό Ελ Ντοράντο, το αιώνιο σύμβολο τυχοδιωκτισμού και σήμερα συνώνυμο του γρήγορου πλουτισμού αλλά και ταυτόχρονα του σύγχρονου “Ιερού Δισκοπότηρου”.

Σε κάθε περίπτωση ο κοινός παρανομαστής που κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει είναι η διαφθορά και η αδιαφάνεια. Αν στην Γερμανία η διαδικασία συγκρίθηκε με τη δράση της μαφίας, στην Ελλάδα τι αναμένεται να συμβεί; Όπως ακριβώς αναρωτιέται ο Γερμανός δημοσιογράφος του ZDF, Ούλριχ Στολ, όταν άκουσε ότι στην Ελλάδα προκρίνεται το μοντέλο Τρόιχαντ, στο ντοκιμαντέρ του Κώστα Αργυρού που ακολουθεί:
«Εμπιστεύεστε τις υπηρεσίες στην Ελλάδα ότι μπορούν να τα καταφέρουν;» 
Αλήθεια. Τις εμπιστευόμαστε;


Ντοκιμαντέρ Κώστα Αργυρού για την Τρόιχαντ (27europe)


27EUROPE S02EP05 TREUHAND από 27europe

ΑΚΟΥΣΤΕ:
Συνέντευξη στο radiobubble news, του καθηγητή οικονομικής θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γ. Βαρουφάκη, για τις ιδιωτικοποιήσεις.


(*) Περισσότερα για την υπόθεση διαφθοράς της Τρόιχαντ, μπορείτε να διαβάσετε στο άρθρο αυτό του Spiegel 


Π.Π.

1 σχόλιο: