7 Ιουν 2013

Τουρκία: από τα στρατιωτικά πραξικοπήματα στο #occupygezi

Από το κεμαλικό κοσμικό κράτος μέχρι το “Εξπρές του Μεσονυκτίου” και τις μαζικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του Ιουνίου του 2013, έχουν μεσολαβήσει τρία στρατιωτικά πραξικοπήματα, 47 χρόνια συνεχούς παρουσίας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, πάνω από 16.000 καταδίκες καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χιλιάδες νεκροί σφοδρών πολιτικών συγκρούσεων κι ένα σχέδιο μαφιόζικων καθεστωτικών εκτελέσεων και απαγωγών από το 1990 μέχρι τις μέρες μας.

Σήμερα η Τουρκία ζει το ξεχείλισμα μιας λαϊκής οργής, προερχόμενης από αυτούς που θα περιέγραφε κανείς ως “αστική τάξη”. Δεν είναι μία ακόμη αιματηρή εξέγερση Κούρδων στα ανατολικά βάθη της χώρας, ούτε οι παλιές “καλές” εποχές των μαχαιροβγαλτών Γκρίζων Λύκων στους δρόμους της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης αλλά μία αντίδραση σε κάτι που, ίσως, οι ιστορικοί του μέλλοντος αποκαλέσουν “Ερντογανισμό”.

Οι πιγκουίνοι του CNN Turk
Τις πρώτες ώρες του ξεσηκωμού του #occupygezi, τα διεθνή ΜΜΕ πρόβαλλαν εικόνες χιλιάδων διαδηλωτών από την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα, την Σμύρνη και τις δεκάδες ακόμη εξεγερμένες πόλεις, ενώ τα τουρκικά κανάλια έδειχναν συνταγές μαγειρικής και ντοκιμαντέρ με... πιγκουίνους. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετές ώρες κι ένα διάγγελμα οργής του Ερντογάν κατά των συγκεντρωμένων, του τουίτερ και των σκοτεινών συμφερόντων, για να δουν οι Τούρκοι τηλεθεατές στις τηλεοράσεις τους τις σκηνές αστυνομικής βίας και αυταρχισμού στην πλατεία Ταξίμ. Μία εικόνα καθόλα απρόβλεπτη, από μία χώρα όπου ο κυβερνητικός έλεγχος της ενημέρωσης και η λογοκρισία κρατούν πολλά χρόνια.

Πίσω στο κοντινό 1998, μία νέα γενιά πολιτικών με εξέχουσες προσωπικότητες τον Αμπντουλάχ Γκιούλ και τον Ταγίπ Ερντογάν χρησιμοποίησε με τον καταλληλότερο τρόπο την μιντιακή προβολή ενάντια στη αποκαλούμενη “δειλία” του απερχόμενου ισλαμιστή πρωθυπουργού Νετσμεττίν Ερμπακάν, απέναντι στις ορέξεις του στρατού.

Είναι η εποχή που ιδρύεται το κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης, μετά το σχίσμα μεταξύ του τότε Ισλαμικού “Κόμματος της Αρετής”. Επικεφαλής του τίθεται ο Αμπντουλάχ Γκιουλ, μιας και ο Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται στη φυλακή μετά από την δημόσια απαγγελία ενός ποιήματος που προέβαλλε το θρησκευτικό μίσος, παραλληλίζοντας τα τζαμιά με στρατόπεδα, τους μιναρέδες με ξιφολόγχες και τους πιστούς Μουσουλμάνους με στρατιώτες. Ο θρησκευτικός φανατισμός στα λόγια του Ερντογάν δεν κρατήθηκε ποτέ κρυφός, γεγονός που τον οδήγησε το 1999 για τέσσερις μήνες στη φυλακή.

ΠΗΓΗ
Όταν το 2001 το νέο κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης των Ερντογάν - Γκιουλ πήρε τα σκήπτρα από το απαγορευμένο, πλέον, “Κόμμα της Αρετής” του Νετσμεττίν Ερμπακάν, ο νέος πολιτικός του ηγέτης αδυνατεί να αναλάβει τα ηνία του κόμματος, μιας και ο πολιτικός αποκλεισμός του από την καταδίκη του 1999 ήταν ακόμη σε ισχύ. Μετά τη νίκη του κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης  στις εκλογές του 2002, μία τροποποίηση του Συντάγματος για τα μάτια του φιλόδοξου Ταγίπ, ανοίγει το δρόμο στον νέο ηγέτη της Τουρκικής Δημοκρατίας. Είναι η εποχή όπου το ΔΝΤ κάνει πέρα από αισθητή την παρουσία του στα οικονομικά πράγματα της Τουρκίας και ο κίνδυνος οικονομικής κατάρρευσης χτυπά την πόρτα του πρωθυπουργικού γραφείου.

Ο Ερντογάν θεωρείται ο αδιαμφισβήτητος νέος ηγέτης της Τουρκίας, όμως η αδυναμία του να εκλεγεί στη νέα βουλή της οποίας ηγείται το δικό του κόμμα, εξαιτίας της παλιάς του καταδίκης όταν ήταν ακόμη δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, δεν στέκεται εμπόδιο. Τον Μάρτη του 2003 διεξάγονται επαναληπτικές εκλογές στην επαρχία Σιίρτ, μία εκλογική περιφέρεια στα βάθη της Μικράς Ασίας. Ο λόγος ήταν ότι η κάλπη που μετέφερε τα ψηφοδέλτια “βρέθηκε ανοιγμένη” και η περιφρούρηση της εκλογικής διαδικασίας “δεν ήταν η πρέπουσα”. Τη μία από τις τρεις θέσεις της περιφέρειας αυτής στην τουρκική βουλή, θα καλύψει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Πρώτοι στόχοι του νέου, πλέον, πρωθυπουργού της Τουρκίας, είναι να σχηματίσει ισχυρές συμμαχίες που θα βγάλουν άμεσα τη χώρα από το οικονομικό της αδιέξοδο και να αποκόψει την επιρροή του στρατού στα πολιτικά πράγματα. Για να καταλάβει, όμως, κάποιος το μέγεθος της δύναμης του στρατιωτικού παρακράτους της Τουρκίας, πρέπει να πάει λίγα χρόνια πίσω.

Μουσταφά Κεμάλ
Το κοσμικό κεμαλικό κράτος της Τουρκίας είχε πετύχει μέσα σε ελάχιστα χρόνια στις αρχές του 20ου αιώνα, να περάσει από ένα μοντέλο θεοκρατικής κοινωνίας, στη δημιουργία μιας δυτικού τύπου δημοκρατίας. Οι Νεότουρκοι του Κεμάλ εκκαθαρίζουν βίαια κάθε μειονοτικό στοιχείο που θεωρούνταν απειλή για το νέο κράτος που αυτοί ονειρεύονταν και αποκόπτουν τις σχέσεις με το Ισλάμ. Αρμένιοι και Πόντιοι μπήκαν στο στόχαστρο των κεμαλικών και οι σφαγές που ακολούθησαν έγραψαν με αίμα τα πρώτα χρόνια της νέας “κοσμικής Τουρκίας”.

Ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και η ύποπτη γραμμή που κράτησε η Τουρκία, άνοιξε έναν δρόμο πρόσκαιρης ανάπτυξης πάνω σε εύθραυστα οικονομικά πρότυπα. Όταν οι ηγέτες των τριών υπερδυνάμεων του πλανήτη χώριζαν τη γη στη μέση λίγο πριν το τέλος του πολέμου, η Τουρκία αποτέλεσε το μήλον της έριδος Σοβιετικών και Αμερικανών. Η δεδομένη κυριαρχία των δεύτερων στην Ελλάδα μετέτρεψε την Τουρκία στον απόλυτο στόχο θαλάσσιας σοβιετικής εξόδου στη Μεσόγειο.

Η αντιδικία δεν πρόλαβε καν να ξεκινήσει, μιας και η αμερικανική κυριαρχία στην Τουρκία ήταν δεδομένη. Η οικονομική και στρατιωτική βοήθεια μετά το δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ του 1947, εγκατέστησαν την ολοκληρωτική κυριαρχία των ΗΠΑ στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η ανακοπή της σοβιετικής επέλασης σε Ελλάδα και Τουρκία ήταν ταυτόχρονη.

Θα ακουγόταν εγωιστικό, όμως πολλοί πιστεύουν ότι σε αυτή τη γωνιά του Αιγαίου ξεκίνησε ο λεγόμενος Ψυχρός Πόλεμος. Η Τουρκία αναπτύσσει στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ και μέχρι τη δεκαετία του 1950 τα πράγματα βρίσκονται υπό έλεγχο, με τα οικονομικά της χώρας να λιμνάζουν σε μια στάσιμη κατάσταση.

Τα μεταναστευτικά ρεύματα προς την Γερμανία και την υπόλοιπη κεντρική Ευρώπη και Αμερική δημιουργούν τεράστιες τουρκικές κοινότητες και όσοι μένουν πίσω παλεύουν για τα αμερικανικά ξεροκόμματα. Ο πόλεμος της Κορέας από το 1950 ως το 1953 αποφέρει πολύ καλά οικονομικά ανταλλάγματα στην Τουρκία, όμως οι κακές σοδιές του 1954 φέρουν έλλειψη βασικών αγαθών και αύξηση των τιμών. Ο περιορισμός του δημόσιου τομέα και η ανυπαρξία βιομηχανικής ανάπτυξης σε συνδυασμό με την αδυναμία ελέγχου των τιμών, χειροτερεύουν τα οικονομικά της χώρας, ενώ η κομμουνιστοφοβία και οι πολιτικές διώξεις οδηγούν χιλιάδες ανθρώπους στη φυλακή.

Είναι η περίοδος όπου σημαδεύει μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες των γραμμάτων της Τουρκίας: ο ποιητής Ναζίμ Χικμέτ, ένα από τα πρώτα και δημοφιλέστερα θύματα του Ψυχρού Πολέμου στη γειτονική μας χώρα. Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1902, επηρεάζεται από τους Φουτουριστές ποιητές της Σοβιετικής Ένωσης και η έντονη κομμουνιστική του δράση έχει ως αποτέλεσμα τη σύλληψη και φυλάκισή του στα μέσα της δεκαετίας του 1940.

Μετά από απανωτές απεργίες πείνας και συγκινητικές κινήσεις αλληλεγγύης από ολόκληρο τον κόσμο, ακόμη κι από τους Πάμπλο Πικάσο, Πολ Ρόμπεσον και Ζαν Πολ Σαρτρ, ο Ναζίμ Χικμέτ αποφυλακίζεται το 1951. Μία από τις πρώτες του κινήσεις ήταν η προσπάθειά του να προωθήσει ένα κλίμα συμφιλίωσης μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Είναι μία εποχή όπου οι ταραχές στην περιοχή ήταν ανεξέλεγκτες και οι επιπτώσεις στους Έλληνες της Κωνσταντινούπολη βαριές. Πολλά από τα ποιήματα του μεταφράζονται στα ελληνικά από τον Γιάννη Ρίτσο, ενώ μερικά από αυτά μελοποιήθηκαν από τον Μάνο Λοΐζο και τον Θάνο Μικρούτσικο. Ένα από αυτά είναι το “Όπως ο Κερέμ”.



Από τα τέλη του 1950 η Τουρκία αναγκάζεται να δανειστεί από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να τεθεί υπό στενό οικονομικό έλεγχο. Είναι μία περίοδος οικονομικής ανέχειας, όπου η κυβέρνηση του Αντνάν Μεντερές προσπαθεί να διαχειριστεί με προβοκατόρικες μεθόδους. Ο φανατικός κεμαλισμός αποτελεί το αποκούμπι της τουρκικής κοινωνίας και μετά από μία κυβερνητική προβοκάτσια θα προκληθούν τα λεγόμενα “Σεπτεμβριανά”.

Σεπτεμβριανά
Ήταν η βομβιστική επίθεση στο πατρικό σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη, γεγονός που η τουρκική κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο για να στρέψει ένα μεγάλο μέρος του κόσμου ενάντια στους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης. Καταστροφές σε σπίτια, καταστήματα, εκκλησίες και σχολεία ολοκλήρωσαν, στις 6 Σεπτεμβρίου του 1955, ένα μωσαϊκό βίας, η ρίζα του οποίου βρισκόταν στην κλιμάκωση του Κυπριακού προβλήματος. Οι τουρκικές αρχές επέρριψαν την ευθύνη της οργάνωσης του πογκρόμ σε “κομμουνιστές πράκτορες”. Ο φοιτητής Οκτάυ Εγκίν, γιος πρώην βουλευτή Ροδόπης, μετέφερε στην Θεσσαλονίκη τη βόμβα. Λίγο αργότερα, θα διοριζόταν διευθυντής της κρατικής ασφάλειας και μετά νομάρχης στη Νεάπολη της Καππαδοκίας.

Η τουρκική κυβέρνηση κάνει τα πάντα για να κρατηθεί στην εξουσία, όμως στις αρχές του 1960 η οικονομία της καταρρέει. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές αναζητεί λύσεις και η αμερικανική πλευρά πληροφορείται ότι η ηγεσία της Τουρκίας προγραμματίζει ταξίδι στην Μόσχα για να συζητήσει τους όρους οικονομικής ενίσχυσης. Η χώρα αποτελούσε μέλος του ΝΑΤΟ και από το 1955 είχε συνυπογράψει τη Συμφωνία της Βαγδάτης μαζί με το Ιράν, το Ιράκ, το Πακιστάν και την Μεγάλη Βρετανία, μετά από έντονες αμερικανικές πιέσεις για περαιτέρω στρατιωτική ενίσχυση της περιοχής απέναντι στις σοβιετικές πιέσεις. Μία συμφωνία με την Σοβιετική Ένωση θα χαλούσε τους σχεδιασμούς δύο δεκαετιών.

Το Δημοκρατικό Κόμμα του Αντνάν Μεντερές είχε χάσει μέσα σε μία δεκαετία την πολιτική του ισχύ και η αυταρχική απαγόρευση της δημιουργίας αντιπολιτευτικών συμμαχιών για τον έλεγχο της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, είχε εκτοξεύσει το πολιτικό θερμόμετρο στα ύψη. Η στρατικοποιημένη, εξαιτίας των συνεχών πολέμων του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, Τουρκία επωφελείται της οικονομικής πολιτικής αστάθειας και αρπάζει πραξικοπηματικά την εξουσία.

Σύλληψη του Αντνάν Μεντερές
Στις 27 Μαΐου του 1960 η κυβέρνηση καταλύεται από τους στρατιωτικούς. Οι πραξικοπηματίες απομακρύνουν 5.000 αξιωματικούς -εκ των οποίων τους 235 από τους συνολικά 260 στρατηγούς- 147 καθηγητές πανεπιστημίου, ενώ 55 γαιοκτήμονες εξορύσσονται. Το κυβερνών Δημοκρατικό Κόμμα απαγορεύτηκε, ενώ από τα 601 μέλη του που δικάστηκαν στο νησάκι Γιασί Αντά στη θάλασσα του Μαρμαρά, οι 461 κρίθηκαν ένοχοι. Ο πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές, μαζί με δύο ακόμη υπουργούς του, εκτελέστηκαν. 12 μέλη της πρώην κυβέρνησης καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη. Οι ηγέτες του στρατιωτικού πραξικοπήματος ορκίζονται πίστη στο ΝΑΤΟ και τη Συμφωνία της Βαγδάτης και αποκηρύσσουν οποιαδήποτε σχέση με την Μόσχα.

Οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί, η ηγετική ομάδα των οποίων είχε εκπαιδευτεί το 1947 από αμερικανικές δυνάμεις σχηματίζοντας μια αντικομμουνιστική ομάδα κρούσης στον τουρκικό στρατό, ξεκίνησαν αμέσως τη δημιουργία ενός νέου συντάγματος. Ένα χρόνο μετά, τον Ιούλιο του 1961, το σύνταγμα εγκρινόταν από το στρατιωτικό συμβούλιο. Η εξουσία περνούσε ξανά στα χέρια των πολιτικών όμως ολόκληρο το σύστημα διακυβέρνησης, εκπαίδευσης και φυσικά ο στρατός, παρέμεναν υπό τον έλεγχο των πραξικοπηματιών. Το νέο σύνταγμα τούς εξασφάλισε μόνιμη παρουσία στην τουρκική εθνοσυνέλευση και διαφύλασσε αρκετά από τα διοικητικά τους προνόμια.

Οι πρώτες δημοκρατικές εκλογές γίνονται τον Οκτώβριο του 1961. Μέχρι το 1965 διεξάγονται τρεις ακόμη εκλογικές αναμετρήσεις και πραγματοποιούνται δύο μικρής εμβέλειας στρατιωτικά πραξικοπήματα. Από το 1961 μέχρι και τις αρχές του 21ου αιώνα εγκαθιδρύεται ένα κλίμα πολιτικής τρομοκρατίας με χιλιάδες δολοφονίες ανθρώπων που δεν περνούν καν από δίκη και συνεχείς στρατιωτικές παρεμβάσεις στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Από το 1962 ως το 1964 και κάτω από έντονη λαϊκή πίεση, οι περισσότεροι πολιτικοί κρατούμενοι, ως επί το πλείστον πρώην μέλη του ακόμη δημοφιλούς Δημοκρατικού Κόμματος, απελευθερώνονται, ενώ το 1969 αποκαθίστανται και τα πολιτικά τους δικαιώματα. Το νέο “Κόμμα της Δικαιοσύνης” διεκδικεί την πολιτική ηγεσία. Ιδρύεται από τον στρατηγό Ραγίπ Γκουμούσπαλα και οι επιρροές του πηγάζουν από το πρώην Δημοκρατικό Κόμμα.

Η απήχηση του Δημοκρατικού Κόμματος στον κόσμο φέρνει αμφιλεγόμενα, για την εποχή, αποτελέσματα. Το 1963 αποποινικοποιούνται οι απεργίες και επιτρέπεται η εξάπλωση των εργατικών συνδικάτων. Κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, ο εκδημοκρατισμός της μετά - πραξικοπηματικής Τουρκίας οφείλεται στον ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού κεμαλικού κόμματος Ισμέτ Ινονού. Πρώην στρατιωτικός στο πλευρό του Κεμάλ και πρόεδρος της δημοκρατίας από το 1938 ως το 1950, ο Ινονού καταφέρνει να διατηρήσει την πρωθυπουργία μέσα από απανωτές εκλογές, από το 1961 ως το 1965.

Ισμέτ Ινονού
Η βιομηχανική ανάπτυξη και η αστικοποίηση της εποχής εκείνης δεν επέφεραν μόνο μία μικρή οικονομική ανάσα στην Τουρκία της αιματηρής δεκαετίας του 1960, αλλά αποτέλεσαν και τη βάση της δημιουργίας ενός μεγάλου συνδικαλιστικού κινήματος. Ιδρύονται ισχυρά σοσιαλιστικά και αριστερά συνδικάτα, φοιτητικές ενώσεις, ακόμη και μία στρατιωτικού τύπου οργάνωση με το όνομα “Τουρκικός Απελευθερωτικός Στρατός”, με κύρια αιτήματα τη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας και την απαλλαγή από την δυτική και κυρίως την αμερικανική εξάρτηση της χώρας. Αριστερόστροφες δράσεις που προκάλεσαν την αντίδραση ενός εθνικιστικού ισλαμικού ρεύματος που προερχόταν κυρίως από το Κόμμα Εθνικής Δράσης, απ΄το οποίο ξεπήδησε η παραστρατιωτική οργάνωση των Γκρίζων Λύκων στα μέσα της δεκαετίας του 1960.

Διαδηλώσεις, συγκρούσεις και πολιτικές δολοφονίες σημαδεύουν την εποχή. Η Τουρκία βιώνει σκηνές συνεχούς βίας μεταξύ των εθνικιστικών οργανώσεων και των αριστερών παρατάξεων, μέχρις ότου οι Γκρίζοι Λύκοι επιβάλλουν με ένα κύκλο ανεξέλεγκτης βίας ένα καθεστώς τρομοκρατίας. Η κυβέρνηση Ντεμιρέλ έχει χάσει εντελώς τον έλεγχο, γεγονός που δημιουργεί για μία ακόμη φορά ευνοϊκές προϋποθέσεις για στρατιωτική επέμβαση. Είχε προηγηθεί μία από τις χειρότερες στιγμές της εποχής: Η Ματωμένη Κυριακή. Ήταν 16 Φλεβάρη του 1969 όταν πάνω από 30.000 διαδηλωτές μαζεύτηκαν στην πλατεία Ταξίμ σε μία από τις μεγαλύτερες αντιαμερικανικές διαδηλώσεις, με αφορμή την ανάπτυξη του 6ου Αμερικανικού στόλου στην περιοχή.

Hurriyet: Kanli Pazar
Η αστυνομία υποχώρησε μπροστά στο τεράστιο πλήθος. Τότε ανέλαβαν δράση οι μαχαιροβγάλτες και οι ροπαλοφόροι. Δύο διαδηλωτές, ο ο Αλί Τουργκούτ και ο Ντουράν Ερντογάν δολοφονούνται. Η εφημερίδα Χουριέτ κυκλοφορεί την επόμενη μέρα με τίτλο “Kanli Pazar” δηλαδή Ματωμένη Κυριακή και μία μεγάλη φωτογραφία στο εξώφυλλο που δείχνει έναν πεσμένο διαδηλωτή να βρίσκεται ανάμεσα σε έναν αστυνομικό κι έναν μαχαιροβγάλτη ροπαλοφόρο, που ετοιμάζεται να του δώσει το τελειωτικό χτύπημα.

Στις 12 Μαρτίου του 1971 ο αρχηγός του τουρκικού στρατού παραδίδει τελεσίγραφο στον πρωθυπουργό οδηγώντας τον σε παραίτηση με πρόφαση την επικράτηση του χάους και της αναρχίας. Φυσικά, η σχέση των Γκρίζων Λύκων με τα παλαιότερα παραστρατιωτικά σώματα του αντιτρομοκρατικού στρατιωτικού τμήματος δεν διαψεύστηκαν ποτέ. Με τη μόνη διαφορά ότι ο παλαιός σοβιετικός κίνδυνος που αρχικά εκπαιδεύτηκαν για να ανακόψουν, είχε πάρει διαστάσεις εσωτερικής πόλωσης.

Μέχρι το 1973 ίσχυσε ο στρατιωτικός νόμος σε 11 από τις συνολικά 67 τουρκικές περιφέρειες, αλλά και στις κουρδικές περιοχές. Τα αντίποινα του Απελευθερωτικού Στρατού ήταν πολλά. Ο κύκλος της βίας δεν σταματά. Από το 1975 ως το 1980 ο ετήσιος αριθμός νεκρών από πολιτικές διώξεις και συγκρούσεις φτάνει από τους 35 στους 1.500. Το ρεπουμπλικανικό κόμμα του Ινονού στρέφεται προς την εργατική τάξη υιοθετώντας μία σοσιαλδημοκρατική πολιτική και το 1972 την ηγεσία του αναλαμβάνει ο πιο ριζοσπαστικός, την εποχή εκείνη, Μπουλέντ Ετσεβίτ. Τα κόμματα μάχονται μεταξύ τους για την εξουσία την ώρα που οι δρόμοι μετρούσαν κάθε μέρα νεκρούς και τραυματίες από τις βίαιες πολιτικές συγκρούσεις.

Η αδυναμία του ρεπουμπλικανικού κόμματος να κυβερνήσει οδηγεί στην εκλογική συνεργασία τού 1973 με το ισλαμικό κόμμα Εθνικής Σωτηρίας. Ενώ το κεμαλικό σύνταγμα απαγόρευε τη δημιουργία θρησκευτικών κομμάτων, το Κόμμα Εθνικής Σωτηρίας δεν αποκτά απλά τη δυνατότητα να μετάσχει στις εκλογές, αλλά μετατρέπεται σε κυβερνητικό σύμμαχο. Αρχηγός του ήταν ο Νετσμετίν Ερμπακάν.

Η πρώτη απόπειρα επανένταξης ακραίων ισλαμιστικών στοιχείων στο κοσμικό κεμαλικό κράτος, πραγματοποιείται εν μέσω πολιτικών δολοφονιών και παρακρατικής τρομοκρατίας. Το κόμμα της Εθνικής Σωτηρίας θα προσπαθήσει να επαναφέρει ακόμη και τον Ισλαμικό Νόμο, τη γνωστή σε όλους Σαρία, λίγους μήνες πριν το τρίτο κατά σειρά στρατιωτικό πραξικόπημα.

Ο ηγέτης του ρεπουμπλικανικού κόμματος, Μπουλέντ Ετσεβίτ, δείχνει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόταν και δρούσε το πολιτικό σύστημα. Παραιτείται το 1974, ελπίζοντας να εκμεταλλευτεί την λαϊκή απήχηση της στρατιωτικής εισβολής στην Κύπρο, αλλά αποτυγχάνει. Η πολιτική αστάθεια και το οικονομικό αδιέξοδο της χώρας φέρνουν μία από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της νεότερης Τουρκίας.

1 Μάη 1977: Οικογένεια τρέχει να σωθεί
Ήταν Πρωτομαγιά του 1977, ημέρα όπου έγινε γνωστή και ως “Η Σφαγή της Πλατείας Ταξίμ”. Παραμονές των εορτασμών του 1977, πολλές εφημερίδες είχαν αναφορές για επικείμενα επεισόδια. Τελικά πραγματοποιείται, στην πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης, μία από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στη σύγχρονη τουρκική ιστορία. Πάνω από μισό εκατομμύριο κόσμου μαζεύεται για να γιορτάσει την εργατική Πρωτομαγιά.

Λίγο πριν ο διοργανωτή της εκδήλωσης και πρόεδρος του συνδικάτου DISK ολοκληρώσει την ομιλία του, ακούγονται τρεις πυροβολισμοί. Ο πρώτος πάγωσε τους πάντες, ενώ οι υπόλοιποι έτρεψαν 500.000 ανθρώπους σε άτακτη φυγή. Οπλισμένοι άνδρες πυροβολούσαν με αυτόματα όπλα από τα παράθυρα της εταιρίας ύδρευσης και του ξενοδοχείου Μαρμαρά. Ταυτόχρονα, θωρακισμένα αστυνομικά οχήματα επιτέθηκαν στους διαδηλωτές με χημικά και αντλίες νερού.

Πυροβολισμοί προήλθαν κι από ένα λευκό Ρενό, ενώ αρκετοί δρόμοι ήταν αποκλεισμένοι από μεγάλα βαν, εγκλωβίζοντας τον κόσμο. Η δημοσιογράφος Σουκράν Κετενσί περιγράφει το περιστατικό: “Δύο θωρακισμένα οχήματα μπήκαν με ταχύτητα στην περιοχή της πλατείας από την οδό Τασκισλί. Έψαχναν να βρουν ποιος καθοδηγεί το πλήθος, το οποίο είχε εγκλωβιστεί κάτω από την πλατφόρμα των ομιλητών. Μπροστά μου, μία γυναίκα με κόκκινο φόρεμα παρασύρθηκε από τα οχήματα”.

Αυτή η γυναίκα με το κόκκινο φόρεμα της πλατείας Ταξίμ του 1977 προκάλεσε αρκετούς συνειρμούς. Η φωτογραφία μίας άλλης γυναίκας με κόκκινο φόρεμα στην ίδια πλατεία, αποτέλεσε τον Ιούνη του 2013 ένα από τα σύμβολα των διαδηλωτών του #occupygezi.

Στην αρχή, η ευθύνη της σφαγής της πλατείας Ταξίμ φορτώθηκε σε αριστεριστές. Πραγματοποιούνται 98 τυχαίες συλλήψεις, αλλά σε κανένα δεν αποδόθηκαν ευθύνες για το έγκλημα αυτό. Ο εκπρόσωπος των συνδικαλιστών των ξενοδοχοϋπαλλήλων ανέφερε, κατά τη διάρκεια της δίκης, ότι είχε πληροφορίες πως τρεις μέρες πριν την πρωτομαγιά του 1977, ο 3ος, 4ος και 5ος όροφος του ξενοδοχείου Μαρμαρά είχαν αδειάσει και τα δωμάτια φρουρούνταν από αστυνομικούς. Στις 7 Μαΐου 1977, ο μελλοντικός πρωθυπουργός της Τουρκίας Μπουλέντ Ετσεβίτ λέει σε μια συνάντησή του στην Σμύρνη: “Στα γεγονότα της 1ης Μάη υπήρξε δάχτυλος της κρατικής αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας”.

Στρατηγός Κενάν Εβρέν:
Ο επικεφαλής της χούντας του 1980
Το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Σεπτέμβρη του 1980 απαγορεύει εκ νέου κάθε εορτασμό της εργατικής πρωτομαγιάς. Πρόκειται για την τρίτη κατά σειρά κατάλυση του πολιτεύματος μέσα σε 20 μόλις χρόνια. Είχε προηγηθεί μία εξάμηνη αδυναμία της Εθνοσυνέλευσης να εκλέξει νέο πρόεδρο, ενώ οι Ντεμιρέλ και Ετσεβίτ άλλαξαν μέσα σε τρία χρόνια από δύο φορές ο καθένας την πρωθυπουργική καρέκλα. Μία κοινωνία που μετρούσε καθημερινά νεκρούς από πολιτικές συγκρούσεις, διαδηλώσεις και αντιδιαδηλώσεις, είχε μία πολιτική ηγεσία που ο ένας αρχηγός κόμματος έκλεβε τους βουλευτές του άλλου, για να αποκτήσει αυτοδυναμία στην βουλή.

Η πολιτική ηγεσία ήταν ενήμερη δύο μήνες πριν από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας, ότι μία μερίδα στρατηγών σχεδιάζει την κατάλυση του πολιτεύματος, όμως κανείς τελικά δεν έκανε αυτό που έπρεπε. Η ιρανική επανάσταση του ’78 - ’79 φόβισε τους στρατιωτικούς για αναβίωση των ισλαμικών πεποιθήσεων στην “κοσμική” Τουρκία, ενώ το παραλυμένο πολιτικό σύστημα αδυνατούσε να δώσει ένα τέλος στον κύκλο της ασταμάτητης βίας.

Η σκληρότητα των στρατιωτικών ξεπερνά κάθε προηγούμενο. 650.000 άνθρωποι συλλαμβάνονται, 50 εκτελούνται άμεσα, χιλιάδες βασανίζονται, εκατοντάδες δημοσιογράφοι δέχονται δολοφονικές επιθέσεις όπου 3 από αυτούς πεθαίνουν, 14 κρατούμενοι πέθαναν μετά από απεργία πείνας, ενώ για 300 μέρες δεν κυκλοφόρησαν εφημερίδες. 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι μπήκαν στη μαύρη λίστα του καθεστώτος και χιλιάδες εξ αυτών στερήθηκαν τα πολιτικά τους δικαιώματα.

Στον απόηχο των στρατιωτικών εγκλημάτων προωθείται νέο άκρως φιλοστρατιωτικό σύνταγμα, το οποίο εγκρίνεται με δημοψήφισμα φόβου τον Ιούνιο του 1982. Παρόλα αυτά, οι εκλογές της επόμενης χρονιάς δεν έχουν το αποτέλεσμα που επιθυμούσε ο στρατός. Αντί για το κεντροδεξιό Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα και το κεντροαριστερό Λαϊκό Κόμμα, πάνω από 50% των εδρών κερδίζει το δεξιό κόμμα της Μητέρας Πατρίδας, του οικονομολόγου Τουργκούτ Οζάλ, ο οποίος διατέλεσε πρωθυπουργός ως το 1989 και πρόεδρος της δημοκρατίας ως το 1993. Η πτώση της τιμής του πετρελαίου και οι ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν από τον πόλεμο Ιράν - Ιράκ, σε συνδυασμό με μία ακόμη απόπειρα φιλελευθεροποίησης της τουρκικής οικονομίας, προσπάθησαν να αλλάξουν την κατάσταση.

Η προώθηση ιδιωτικοποιήσεων και σκληρότερης νεοφιλελεύθερης πολιτικής έρχεται κι από την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό της Τουρκίας, την Τανσού Τσιλέρ. Την εποχή εκείνη κάνει την εμφάνισή του ένα ακόμη ισλαμικό κόμμα, το Κόμμα της Ευημερίας του Νετσμεττίν Ερμπακάν. Αποτελείται από κομμάτια του Κόμματος Εθνικής Σωτηρίας και άλλων ισλαμικών παρατάξεων. Μέλος του υπήρξε στα νιάτα του και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Τα ισλαμικά στοιχεία κάνουν όλο και πιο εμφανή την παρουσία τους στον τουρκικό πολιτικό βίο. Η εκλογή του Ερντογάν στη δημαρχεία της Κωνσταντινούπολης τον Μάρτη του 1994, σόκαρε αρκετούς κοσμικούς. Οι φονταμεταλιστές του κόμματος του Ερμπακάν συγκυβερνούν για ένα μικρό χρονικό διάστημα με το “Κόμμα του Ορθού Δρόμου” της Τανσού Τσιλέρ, περίοδος όπου αποπειράθηκαν να ανοίξουν διαύλους συνεργασίας με τον αραβικό κόσμο. Η εποχή αυτή σημαδεύτηκε από τις τελευταίες γενικευμένες συγκρούσεις με τον κουρδικό PKK, που διήρκεσαν συνολικά 20 χρόνια και κόστισαν τη ζωή σε πάνω από 30.000 ανθρώπους.

Η γρήγορη άνοδος του Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία, συνδυάστηκε με μία περίοδο οικονομικής ακμής της χώρας. Παρά την απαγόρευση των φονταμενταλιστικών ισλαμικών κομμάτων της δεκαετίας του 1990 και την, φαινομενικά, ευρωπαϊκή αλλαγή της Τουρκίας, οι εξελίξεις έδειξαν ότι η στροφή στον συντηρητισμό ήταν αναπόφευκτη.

Μία από τις πρώτες κρίσιμες αποφάσεις του Ερντογάν ήταν να αρνηθεί το 2003 στις ΗΠΑ, τη διάβαση των στρατιωτικών της δυνάμεων από τα τουρκικά εδάφη για την επίθεση στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν. Τότε, η Τουρκία ήταν ακόμη μια αδύναμη οικονομία, με ανοιχτές τις πληγές μιας αιματηρής στρατιωτικής χούντας κι ενός συντάγματος όπου αμνήστευε τους πραξικοπηματίες. Παρόλα αυτά, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ο Ερντογάν εγκρίνει την αποστολή ισχυρής στρατιωτικής δύναμης στο Ιράκ, όμως, υπό τον κίνδυνο σύρραξης με τους Κούρδους του Βόρειου Ιράκ, η τουρκική βουλή το απορρίπτει.

Όπως κάθε οικονομικό success story του 21ου αιώνα κρύβει μέσα του ατελείωτα κεφάλαια αυταρχισμού και καταπάτησης δικαιωμάτων, έτσι κι αυτό της διακυβέρνησης Ερντογάν βγάζει την οργή που όλος ο πλανήτης παρακολουθεί στο διαδίκτυο και τις τηλεοράσεις του τις πρώτες μέρες του Ιούνη του 2013.

Ο Ταγίπ Ερντογάν κηρύσσει πόλεμο στην τουρκική στρατοκρατία
Η άνοδός του λίγο μετά το ξεκίνημα του αμερικανικού “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, φόβισε τη Δύση. Ο Ταγίπ Ερντογάν προσπάθησε να καθησυχάσει τους ξένους ηγέτες, δείχνοντάς τους πως το ισλαμικό παρελθόν του δεν θα στεκόταν εμπόδιο στη δυτικοποίηση της Τουρκίας. Περιόρισε στο έπακρο την ανάμειξη του στρατού στα πολιτικά πράγματα της χώρας, κυνήγησε τους υποψήφιους πραξικοπηματίες στρατηγούς που σχεδίαζαν νέα απόπειρα κατάλυσης του πολιτεύματος με την κωδική ονομασία “Επιχείρηση Βαριοπούλα” και από το 2010 η σύλληψη και η καταδίκη των πρωτεργατών της, έδειξαν ότι η Τουρκία απαλλάχθηκε από τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Στο μεταξύ, οι κατηγορίες για λογοκρισία, αυταρχισμό, οι απόπειρες δολοφονίας και οι πολιτικές διώξεις αντιφρονούντων, διαψεύδουν το επιτυχημένο μοντέλο του Ερντογάν. Το ένα μετά το άλλο τα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται πλήρως από τους παράγοντες του κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης, ενώ τα ελάχιστα μέσα που εξακολουθούσαν να ασκούν κριτική στην κυβέρνηση δέχονται εξοντωτικές ποινές. Ένα από αυτά είναι ο όμιλος Ντογάν Γιαγίν, ο οποίος κατηγορεί τον Ερντογάν ότι ισλαμοποιεί την Τουρκία ενεργώντας με θρησκευτικά κι όχι κοσμικά κριτήρια. Για ένα τέτοιου είδους άρθρο, τού επιβάλλεται το 2009 πρόστιμο 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, λίγο μετά από ένα ακόμη πρόστιμο 500 εκατομμυρίων δολαρίων, αυτή τη φορά, το οποίο επιβλήθηκε για φορολογικές ατασθαλίες.

ΠΗΓΗ
Σύμφωνα με έρευνα της Επιτροπής Προστασίας Δημοσιογράφων, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2012, 76 δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή, 61 εκ των οποίων καταδικάστηκαν απευθείας για αυτά που είπαν ή έγραψαν. Ένας στους τρεις κατηγορήθηκε για αντικυβερνητική κριτική και συμμετοχή σε παράνομες πολιτικές οργανώσεις, μερικοί από αυτούς φυλακίστηκαν το 2007 για συμμετοχή στο σχέδιο ανατροπής της κυβέρνησης με την κωδική ονομασία “Εργένεκον” ενώ άλλοι για πρόκληση χάους και αναρχίας στην κοινωνία. Οι περισσότερες περιπτώσεις, όμως, αφορούν Κούρδους ή άλλους, φιλικούς προς τις μειονότητες δημοσιογράφους, οι οποίοι θεωρούνται από το καθεστώς Ερντογάν τρομοκράτες και οπαδοί της βίαιης ανατροπής της διακυβέρνησής του.

Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί το σύνταγμα μετά το πραξικόπημα του 1980 και τις διατάξεις του σχετικά με την τρομοκρατία για να φιμώσει τον Τύπο και να φυλακίσει όσους αντιτίθεται στις πολιτικές του. Αναφορές για βασανισμούς κρατουμένων και επιθέσεις αγνώστων σε δημοφιλείς αντικυβερνητικές φωνές, κάνουν το γύρο του κόσμου. Από το 2004 μέχρι σήμερα τέσσερις δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν, με τις υποθέσεις των θανάτων τους να παραμένουν θολές. Πιο γνωστή ήταν η περίπτωση του, αρμένικης καταγωγής, Χραντ Ντινκ, ο οποίος εκτελέστηκε τον Ιανουάριο του 2007.

Χραντ Ντινκ
Στα άρθρα του στην εβδομαδιαία εφημερίδα Agos, έκανε συχνές αναφορές στην καταπίεση των θρησκευτικών και εθνικών μειονοτήτων της Τουρκίας από τις δυνάμεις ασφαλείας. Την ημέρα μνήμης της δολοφονίας του Χραντ Ντινκ το 2010, 10.000 άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης με το σύνθημα “Είμαστε όλοι Χραντ, είμαστε όλοι Αρμένιοι”. Μία κίνηση που υποβαθμίστηκε από την κυβέρνηση Ερντογάν όπως ακριβώς έγινε και με τα επεισόδια της 1ης Μάη του 2013 στην πλατεία Ταξίμ, εξαιτίας της απαγόρευσης του εορτασμού της Εργατικής Πρωτομαγιάς λόγω των έργων ανάπλασης της περιοχής.

Η συνταγματικές αλλαγές του 2010 σχετικά με τον τρόπο άσκησης της δικαστικής εξουσίας, έδωσαν στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να ελέγχει κάθε κίνηση. Μετά το επιτυχημένο δημοψήφισμα που κάλεσε ο Ταγίπ Ερντογάν με πρόφαση την απαλλαγή του πολιτεύματος της χώρας από μία σειρά στρατιωτικών κυριαρχιών, μόλις τρεις δικαστές του ανώτατου δικαστηρίου επιλέγονται από τη βουλή, ενώ οι υπόλοιποι 14 τοποθετούνται από τον πρόεδρο της χώρας. Μία από τις πολλές αυξημένες αρμοδιότητες του, στηριζόμενου από το κόμμα του Ερντογάν, προέδρου Αμπντουλάχ Γκιουλ. Ίσως εκεί να βρίσκεται και το σημείο κλειδί της προωθούμενης αλλαγής του πολιτεύματος της Τουρκίας, με τον Ταγίπ Ερντογάν να προσβλέπει στην αναρρίχησή του στο κορυφαίο αξίωμα της τουρκικής δημοκρατίας με υπεραυξημένες εξουσίες.

Τα δείγματα γραφής της κυβερνητικής πορείας του Ερντογάν ερμηνεύουν ένα σημαντικό κομμάτι του ξεσηκωμού της πλατείας Γκεζί. Το 2001 ο Τούρκος ηγέτης έλεγε στο συνέδριο του Economist στο Λονδίνο ότι δεν είναι ισλαμιστής, αλλά ένας ευσυνείδητος μουσουλμάνος. Δώδεκα χρόνια μετά, νόμοι όπως η απαγόρευση της πώλησης αλκοόλ ή των δημόσιων φιλιών, οι επίσημες οδηγίες του Τούρκου πρωθυπουργού σε κάθε νεόνυμφο ζευγάρι για το πώς πρέπει να ζήσουν το έγγαμο βίο τους και πόσα παιδιά πρέπει να αποκτήσουν και η απαγόρευση των αεροσυνοδών των τουρκικών αερογραμμών να χρησιμοποιούν έντονο κόκκινο κραγιόν, αποτελούν τις μικρές σταγόνες ενός ξεχειλισμένου ποτηριού από την καταπίεση που ακολούθησε τριάντα χρόνια άγριας καταστολής και πολιτικής βίας.

Economist 8.6.2013
Ο θαυμασμός του Ερντογάν για το Οθωμανικό παρελθόν της Τουρκίας φωτογραφίζεται στα αίτια του ξεσηκωμού της πλατείας Γκεζί. Ο Ισλαμιστής δήμαρχος της Πόλης, Καντίρ Τομπάς, στηρίζει ένα από τα “επτά έργα για τους επτά λόφους της Κωνσταντινούπολης” όπως τα έχει ονομάσει. Ο Ερντογάν προσπαθεί να αναβιώσει ένα μέρος από τους κατεδαφισμένους, από τον Κεμάλ, οθωμανικούς στρατώνες της σημερινής πλατείας Ταξίμ, με την υπόσχεση να τους μετατρέψει σε πολυκαταστήματα και πολυτελή ξενοδοχεία, ενώ αποκάλεσε “τρίτο περιδέραιο στο λαιμό της Κωνσταντινούπολης” τη νέα γέφυρα του Βοσπόρου, οι εργασίες της οποίας εγκαινιάστηκαν ανήμερα της επετείου της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Η εν λόγω γέφυρα βαφτίστηκε Σελίμ, από το όνομα του πρώτου σουλτάνου που έφερε τον τίτλο του Χαλίφη του Ισλάμ κι έναν από τους στυγνότερους διώκτες των θρησκευτικών μειονοτήτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και ιδιαίτερα των Σιιτών και Αλεβιτών. Θα έλεγε κάποιος ότι από το μικρό δασάκι της πλατείας Γκεζί, ξεκίνησε η μάχη κατά του συντηρητισμού και του αυταρχισμού.

Gezi Park: Οι πρώτες αστυνομικές επιθέσεις
Παρόλα αυτά, η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν κινδυνεύει ούτε από τον ερντογανικό εξισλαμισμό της χώρας, ούτε από τους διαδηλωτές της Κωνσταντινούπολης, της Άγκυρας, της Σμύρνης και των άλλων τουρκικών πόλεων. Όπως λένε πολλές ψύχραιμες γλώσσες, η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ της να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι για λόγους ανθρωπιστικούς, μιας και οι ίδιες οι κυβερνήσεις της ηπείρου επιβάλλουν τα σκληρότερα και αντιδημοκρατικότερα μέτρα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά για τον απλούστατο λόγο ότι η πληθυσμιακή γιγάντωση της χώρας του Ερντογάν θα κατακλύσει τους γραφειοκρατικούς ευρωπαϊκούς θεσμούς, δίνοντας στην Τουρκία των 70 εκατομμυρίων ανθρώπων μεγάλο κομμάτι του ελέγχου της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας.

Ο όψιμος ευρωπαϊστής Ταγίπ Ερντογάν και οι σουλτανικές του επιδιώξεις, αποτελούν μεμονωμένα βέλη στη φαρέτρα της κριτικής των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Το μόνο που τους απομένει είναι να ευχηθούν να μην εξαπλωθεί ο τουρκικός ξεσηκωμός στην Ευρώπη, έτσι όπως εξαπλώθηκε η αραβική άνοιξη στην Ισπανία, την Ελλάδα και πολλές ακόμη ευρωπαϊκές χώρες. Τα σημάδια από τους πλούσιους του βορρά δεν είναι καλά και η ασυγκράτητη ανεργία των νέων απειλεί να τιμωρήσει όλους εκείνους που σχεδιάζουν με τέτοιο τρόπο τις οικονομικές τους πολιτικές, που θαρρείς πως έχουν εκπονηθεί από μεθυσμένο! Τόσο μεθυσμένο, που ξεπερνά ακόμη και τις κακές φήμες του πότη Κεμάλ, όπου η αγάπη του για το ούζο τού στοίχισε τελικά την ίδια του τη ζωή.

Στο μεταξύ, διαδηλωτές εξακολουθούν να χτυπιούνται από την αστυνομία, χρήστες του τουίτερ και του facebook συλλαμβάνονται επειδή καλούν τον κόσμο σε ξεσηκωμό και στη μνήμη πολλών Τούρκων θα μείνει χαραγμένο ένα από τα αμέτρητα λογοπαίγνια των ημερών: “Ayip Tayyip”: Ντροπή σου Ταγίπ”.
ΠΗΓΗ: twitter


Η έρευνα αυτή έγινε στα πλαίσια της εκπομπής "Χαμηλή Αυτοεκτίμηση" που μεταδόθηκε στις 5 Ιούνη 2013. Το ηχητικό είναι ΕΔΩ

ΠΗΓΕΣ: Time, Foreign Policy, Britannica, The Guardian, BBC, The Telegraph, Committee to Protect Journalist, The Economist, Bloomberg, The Huffington Post, Ριζοσπάστης, EU Observer, The Press Project, Hurriyet Daily News, Gatestone Institute, World Socialist Website, Wikipedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου