Creative Commons License This work is licensed under a Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivs 3.0 Unported License.

7 Μαΐ 2013

6 Μαΐου 2012 – 6 Μαΐου 2013: Από τη μεταπολίτευση στο "μεταμνημόνιο"

του Σπύρου Δερβενιώτη
Αυτές τις ημέρες είχαμε δύο σημαντικότατες πολιτικές επετείους. Πιο συγκεκριμένα, την 6η Μαΐου 2013, έκλεισαν τρία χρόνια από την ψήφιση του Μνημονίου, το οποίο προκάλεσε τις μεγαλύτερες πολιτικές ανακατατάξεις στην πρόσφατη ιστορία της χώρας, και ένας χρόνος από τις εκλογές του 2012, οπότε και καταγράφηκαν για πρώτη φορά αυτές οι θεαματικές αλλαγές στην κάλπη. Η ελληνική κοινωνία ζει μία από εκείνες τις περιόδους που ο πολιτικός χρόνος συμπυκνώνεται σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε οι αλλαγές που συμβαίνουν μήνα με το μήνα και εβδομάδα με την εβδομάδα, δύσκολα γίνονται αντιληπτές στο συλλογικό της συνειδητό. Από τις εκλογές του Μαΐου του 2012, που δεν οδήγησαν στην συγκρότηση κυβέρνησης, αλλά σε επαναληπτικές εκλογές ένα μήνα αργότερα, η εικόνα της χώρας και του πολιτικού σκηνικού συνεχίζει να αλλάζει ραγδαία ως σήμερα. Εν όψει ενός μεγαλύτερου αφιερώματος στον ένα χρόνο από τις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, όπου συγκροτήθηκε η τρικομματική συγκυβέρνηση που βρίσκεται σήμερα στην εξουσία, ρίχνουμε μία εποπτική ματιά στα δεδομένα εκείνα που άλλαξαν μέσα στον ένα αυτό χρόνο, ξεκινώντας από τις ίδιες τις εκλογές του περασμένου Μαΐου.


Πολιτική 
Οι θεαματικές ανατροπές στα ποσοστά των κομμάτων ήταν ενδεικτική της συντριβής που υπέστη το προηγούμενο πολιτικό κατεστημένο, των δύο παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας, αλλά και ταυτόχρονα της σύγχυσης που προκάλεσε στο εκλογικό σώμα η οικονομική κρίση και ειδικότερα η βίαιη εφαρμογή του Μνημονίου, από μία σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση με έντονο προοδευτικό προεκλογικό λόγο. Αρκεί να αναφερθεί και μόνο το γεγονός ότι για πρώτη φορά στη μεταπολίτευση προέκυψε επτακομματική βουλή κι επιπρόθετα με ένα ποσοστό του εκλογικού σώματος της τάξης του 19%, που προτίμησε τα μικρότερα κόμματα, να μην αντιπροσωπεύεται καν, λόγω του εκλογικού μέτρου.

Κατανομή Εδρών εκλογών Μαΐου 2012
Το ΠΑΣΟΚ, ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών του Ιουνίου του 2012, έχασε τα τρία τέταρτα της εκλογική του ισχύος, υποχωρώντας κατά 31 ποσοστιαίες μονάδες, από το 43,9% στο 13,2%. Μία αναμενόμενη συντριβή, καθώς τόσο το κόμμα, όσο και κυριότερα ο πρώην πρόεδρός του, Γιώργος Παπανδρέου, που ουσιαστικά εκδιώχθηκε την άνοιξη του 2012, χρεώθηκαν εξολοκλήρου την εφαρμογή των πιο αντιλαϊκών πολιτικών στην πρόσφατη ιστορία της χώρας. Η Νέα Δημοκρατία, παρόλο που προηγήθηκε βραχεία κεφαλή από το δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, έχασε κι εκείνη σχεδόν το μισούς ψηφοφόρους της του 2009 (από 33,5% στο 18,9%). Μία επίσης αναμενόμενη υποχώρηση, καθώς τόσο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής χρεώθηκε μεγάλο μέρος των ευθυνών για την οικονομική κρίση του 2009, όσο όμως και ο Αντώνης Σαμαράς συρρίκνωσε τη βάση του κόμματος, εγκαταλείποντας την πολιτική του μεσαίου χώρου και επιλέγοντας ένα καθαρά δεξιό προφίλ. Από τη συντριβή των δύο κομμάτων εξουσίας, κερδισμένος βγήκε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, εκτοξευόμενος από το 4,5% στο 17%, εισέπραξε μεγάλο μέρος της λαϊκής αντίδρασης στις πολιτικές του μνημονίου και ταυτόχρονα -για πρώτη φορά- την προοπτική μίας ενδεχόμενης συγκυβέρνησης με αυτόν επικεφαλής. Τόσο η Νέα Δημοκρατία, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκαν στις πρώτες εκλογές του 2012 μετά από εσωτερική διάσπαση. Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και η Δημοκρατική Αριστερά, τα νεοσύστατα κόμματα που προέκυψαν από τις διασπάσεις αυτές, βγήκαν αρκετά ενισχυμένα με 10,6% και 6,1% αντίστοιχα, συσπειρώνοντας πολίτες που ήταν κι αυτοί εναντίον του μνημονίου από κεντροδεξιά και κεντροαριστερή πλευρά. Αν και κερδισμένο και το ΚΚΕ (από 7,5% στο 8,5%), η άκαμπτη -κατά ορισμένους απομονωτική- γραμμή του δεν του επέτρεψε να εισπράξει μεγάλο μέρος των δυσαρεστημένων από την πολιτική του Μνημονίου. Αντιθέτως, εκείνο που αναμφίβολα εξέπληξε αρνητικά τον Μάιο του 2012, ήταν η τρομακτική αύξηση της επιρροής του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής, η οποία εκμεταλλευόμενη την αντιμνημονιακή της ρητορική σε συνδυασμό με την πτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων, εκτοξεύτηκε από το ανάξιο λόγου 0,29% του 2009, στο 7%, καταφέροντας να μπει στη βουλή, μπροστά από τη ΔΗΜΑΡ.

Οικονομία
Στις μεταβολές των οικονομικών δεικτών θα αναφερθούμε εκτενέστερα σε επόμενο άρθρο για τον ένα χρόνο από το σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης, όπου και θα δούμε αναλυτικότερα τις προεκλογικές δεσμεύσεις και τις προγραμματικές συμφωνίες, και σε ποιο βαθμό τηρήθηκαν στον ένα χρόνο που πέρασε. Ωστόσο, αναφέρουμε επιγραμματικά ότι το δημόσιο χρέος που ανερχόταν στα 300 δισ. ευρώ τον περασμένο Μάιο, έχοντας σκαρφαλώσει εκεί από τα 280 δισ. του Ιανουαρίου και μετά την εφαρμογή του PSI που το είχε «κουρέψει» από τα 365 στα 280 δισ. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών, στο τέλος του 2013 το χρέος θα ανέρχεται στα 330 δισ. ή στο 180% του ΑΕΠ. Σημειώνεται, ότι τον περασμένο Ιανουάριο, ο πρωθυπουργός εξασφάλισε άλλο ένα πακέτο δανεισμού ύψους 50 δισ. για την περαιτέρω αναχρηματοδότηση των τραπεζών και την αποπληρωμή των χρεών του δημοσίου προς τους ιδιώτες. Η μεν πρώτη ολοκληρώνεται ομαλά, η δε δεύτερη δεν έχει ξεκινήσει ακόμη. Το 2012 ήταν το χειρότερο έτος από πλευράς ύφεσης, με την τρικομματική κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό οι αλλεπάλληλες εκλογές Μαΐου-Ιουνίου (σ.σ. τις εκλογές Μαΐου είχε προκαλέσει ο νυν πρωθυπουργός, ως προαπαιτούμενο της συμφωνίας για την κυβέρνηση «ειδικού σκοπού» Παπαδήμου). Την προηγούμενη χρονιά έκλεισε με ύφεση της τάξης του 6,5%, ενώ για τη φετινή χρονιά η πρόβλεψη του Υπ.Οικ. την ανεβάζει στο 4,5%. Αν και ο προϋπολογισμός του 2013 είναι πολύ πιο συγκρατημένος από εκείνον του 2012, αξίζει να αναφερθεί ότι τότε η κυβέρνηση Παπαδήμου είχε προβλέψει ότι η ύφεση δεν θα ξεπερνούσε το 3% στο τέλος του 2012 – υποδιπλάσια δηλαδή της πραγματικής. Σε κάθε περίπτωση, σωρευτικά θα ξεπερνά το 25% από την έναρξή της, το 2009.

Όλα τα παραπάνω με την επίσημη ανεργία να έχει ανέλθει στο 27,2%, από το 22,5% στις αρχές του περασμένου Μαΐου. Δηλαδή, μέσα σε ένα χρόνο στην επίσημη λίστα των ανέργων προστέθηκαν 240.000 άνθρωποι. Με την Ελλάδα να ξεπερνά και την Ισπανία για να φτάσει στην πρώτη θέση της ΕΕ στις αρχές του 2013. Ειδικά για τους νέους κάτω των 25 ετών, τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο εφιαλτικά, καθώς από περίπου 50% η ανεργία στα μέσα του 2012, έχει ξεπεράσει σήμερα το 60%.

Οι εργαζόμενοι από την άλλη πλευρά, είδαν τη θέση τους να χειροτερεύει περαιτέρω τη χρονιά που πέρασε. Πέρα από τη δεδομένη ανασφάλεια, από το περασμένο καλοκαίρι ξεκίνησε η εφαρμογή του λεγόμενου «μνημονίου 2» όπως αυτό απορρέει από τις συμφωνίες για το πρόγραμμα μείωσης του χρέους, PSI. Παράλληλα όμως, στο χρόνο που πέρασε επιβλήθηκε ένα ακόμη μνημόνιο, με την λήψη του πιο πρόσφατου πακέτου των 50 δισ. του Ιανουαρίου. Με τη διαιτησία να έχει πέσει θύμα ήδη του πρώτου μνημονίου και τις συλλογικές συμβάσεις να καταργούνται πρακτικά μετά το δεύτερο μνημόνιο, ήρθε ο καθορισμός από την κυβέρνηση του κατώτατου μισθού στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, 22% μειωμένου από τη Συλλογική Σύμβαση και μάλιστα σε δύο ταχύτητες. Για τους μεν άνω των 25 ετών, ο κατώτατος μισθός ορίστηκε στα 586 ευρώ, για τους δε πρωτοδιόριστους κάτω των 25 είναι περαιτέρω μειωμένος, στα 511 ευρώ. Σε σχέση με πέρυσι, μετά τη λήξη της μετενέργειας και την κατάργηση πολλαπλών επιδομάτων, έρχεται μείωση του μέσου μισθού που θα αγγίζει σε κάποιες περιπτώσεις το 30%. Παράλληλα, από το Μάιο του 2012 έως σήμερα, καταργήθηκαν τα ειδικά μισθολόγια και τα δώρα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Κοινωνία
Στο «συμπυκνωμένο χρόνο» των ημερών μας, παρατηρήθηκαν τη χρονιά που πέρασε σημαντικές μεταβολές σε κοινωνικό επίπεδο και ιδιαίτερα σε ζητήματα ρατσιστικής βίας. Αναμφίβολα, μία από τις σημαντικότερες πολιτικές παραμέτρους των εκλογών του περασμένου Μαΐου, ήταν η πρώτη εκλογική καταγραφή της θεαματικής ανόδου της Χρυσής Αυγής. Το νεοναζιστικό μόρφωμα εκμεταλλεύτηκε την δυσφορία του κόσμου, την πτωχοποίηση των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων, την απογοήτευση από την προβληματική -έως ανύπαρκτη- αντιπροσώπευση και, σε κάποιο βαθμό, την κάμψη των κοινωνικών αντιδράσεων, μετά τη διάλυση του ήδη αποδυναμωμένου «κινήματος της πλατείας Συντάγματος», το φθινόπωρο του 2011. Χτίζοντας πάνω στο υπαρκτό πρόβλημα της μετανάστευσης, που οξύνθηκε και λόγω της οικονομικής κρίσης, όχι μόνο δεν βρήκε αντίσταση από την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά και συνάντησε μία άνευ προηγουμένου εξυπηρέτηση της ρατσιστικής ατζέντας της. Προσβλέποντας στο αίσθημα της ασφάλειας, ως το μόνο ενδεχόμενο που θα μπορούσε να εξασφαλίσει κάποιες εκλογικές δυνάμεις στο καταρρέον ΠΑΣΟΚ, υπουργοί όπως οι κ. Χρυσοχοΐδης, Λοβέρδος και Παπουτσής, έφεραν στο προσκήνιο αρκετά ζητήματα που αποτελούσαν κάποτε ταμπού για προοδευτικές κυβερνήσεις. Από τα συρματοπλέγματα στον Έβρο, τις επιχειρήσεις «σκούπα» στο κέντρο της πόλης, τις ειδικές μονάδες της FRONTEX εναντίον της παράνομης μετανάστευσης (με δεκάδες νεκρούς) στα νησιά, περάσαμε στα κέντρα κράτησης μεταναστών, ακόμη και την διαπόμπευση ατόμων με AIDS. Όλα το όνομα της ασφάλειας. Παρόμοια και ακόμη πιο σκληρή η ατζέντα της Νέας Δημοκρατίας, με το νυν πρωθυπουργό να φτάνει στο σημείο να ισχυρίζεται ότι «τα παιδιά μεταναστών έχουν κατακλύσει τα ελληνικά νηπιαγωγεία (διώχνοντας τα Ελληνόπουλα)». Συνέπεια των παραπάνω ήταν να ανέβουν και με τεχνητό τρόπο τα ζητήματα της ασφάλειας και της μετανάστευσης στα πρώτα θέματα των συζητήσεων και της κοινωνικής ανησυχίας. Η μεταβολή της ατζέντας προς το ρατσισμό και την ξενοφοβία, ενισχύθηκε τη χρονιά που πέρασε με ειδικές επιχειρήσεις «εκκαθάρισης» του Κέντρου, από μετανάστες, χρήστες ναρκωτικών, ακόμη και άστεγους. Όλες με αρκούντως οργουελικά ονόματα: «Ξένιος Ζευς» και «Θέτις» αντίστοιχα. Αντί όμως να ανασχεθεί το όποιο «αντιμνημονιακό» ρεύμα της Χρυσής Αυγής, τελικά ενισχύθηκε η ροή μεσαίων (πτωχοποιημένων) στρωμάτων της κοινωνίας προς αυτήν. Επιπροσθέτως, τόσο η ρητορική της, όσο και -κυριότερα- η δράση της, άρχισαν να γίνονται ανεκτές και σε μερικές περιπτώσεις να θεωρούνται ως οι μόνες αποτελεσματικές. Ρητορική μίσους και πράξεις βίας, οι οποίες μέχρι και πολύ πρόσφατα θεωρούνταν απαράδεκτες από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας.

Εικόνες ρατσιστικών επιθέσεων, σαν κι αυτή, άρχισαν να γίνονται συνηθισμένες και ανεκτές τη χρονιά που πέρασε.

Η Χρυσή Αυγή είδε το σχεδόν μηδενικό ποσοστό της να σκαρφαλώνει στο 7% το Μάιο του 2012. Η τυπική κοινοβουλευτική της νομιμοποίηση, συνοδεύτηκε το χρόνο που πέρασε από ξυλοδαρμούς και προπηλακισμούς πολιτικών και πολιτών από τους βουλευτές της, ενώ παράλληλα η δράση των μελών της στους δρόμους των πόλεων έχει κι αυτή εκτοξευτεί. Στους πρώτους μήνες του 2013 σημειώθηκαν πάνω από 500 περιπτώσεις ρατσιστικών επιθέσεων με τραυματισμούς ή και θανάτους. Από τη βία των μελών της ναζιστικής οργάνωσης δεν γλίτωσαν ούτε ημεδαποί, και κυρίως ομοφυλόφιλοι. Στα πλαίσια της δράσης της εμποδίστηκε θεατρική παράσταση στην Αθήνα, με τους συντελεστές της να αναγκάζονται να τη διακόψουν λόγω φόβου για τη ζωή τους. Σε όλη αυτήν την περίοδο, η αντίδραση της Αστυνομίας είναι από ανύπαρκτη έως χλιαρή. Σε μερικές περιπτώσεις δε οι Αρχές φαίνεται να συμμετέχουν στη ρατσιστική δράση, με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να εκδίδει καταδικαστικές αποφάσεις τη μία μετά την άλλη στη χώρα μας, για καταπάτηση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Το πιο ανησυχητικό είναι ότι όχι μόνο δεν υπάρχει αντίδραση στη δράση της Χρυσής Αυγής, αλλά ότι -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- η δύναμή της φαίνεται να ανεβαίνει κι άλλο, αγγίζοντας και το διψήφιο ποσοστό, αποκτώντας δυναμική τρίτου κόμματος σε ενδεχόμενες εκλογές.

Η αντίθετη ακριβώς εικόνα παρατηρείται στον τομέα των λαϊκών κινητοποιήσεων τη χρονιά που πέρασε. Τα μεγάλα «κινήματα των πλατειών» διαδέχτηκαν κάποιες πολύ μικρού -συγκριτικά- όγκου και σποραδικές συγκεντρώσεις , σε ημέρες απεργιών. Από την άλλη, αντί κάποιας μορφής συλλογικής και πανελλαδικής δράσης, ισχυροποιήθηκαν τοπικές συλλογικότητες αλληλεγγύης και ορισμένα κινήματα, πάλι με τοπικό χαρακτήρα. Ξεχωρίζει σαφώς το κίνημα εναντίον των μεταλλείων στην Ανατολική Χαλκιδική, όπου η σύγκρουση της τοπικής κοινωνίας με την κυβέρνηση να έχει πάρει εκτάσεις πολέμου με τους αντιδρώντες να αντιμετωπίζονται συχνά σαν τρομοκράτες. Η ποσοτική μεταβολή των κοινωνικών αντιδράσεων προς το ηπιότερο είναι εμφανής, αλλά πιο σημαντική η ποιοτική μεταβολή σε τοπικό επίπεδο, που είναι πολυεπίπεδη και εντονότατη.

Π.Π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου