4 Ιουλ 2012

σημειώσεις για τα «μίντια από τα κάτω»


Με αφορμή το 16ο αντιρατσιστικό φεστιβάλ και τον θεματικό χώρο στον οποίο θα συζητηθεί ο χαρακτήρας και οι προοπτικές διαφόρων εγχειρημάτων αδιαμεσολάβητης* και συνεργατικής πληροφόρησης, παραθέτω ορισμένες σκόρπιες σκέψεις και θεωρήσεις που όμως επανέρχονται σε κάθε σχετική «ευκαιρία» ανταλλαγής εκτιμήσεων με φίλους, συντρόφους, συναδέλφους ακόμη και «περαστικούς».

τι σημαίνει «μίντια από τα κάτω»;

I.

Είναι προφανές ότι το ερώτημα αφορά το περιεχόμενο, το νόημα της φράσης που βαπτίζουμε ως «μίντια από τα κάτω». Αυτό που αρκετοί θεωρητικοί των media ονομάζουν στ’ αγγλικά «grassroots media» ή «grassroot journalism». Χωρίς να αραδιάσουμε παραπομπές και σχολές σκέψης (μπορεί κανείς να ψάξει και να βρει άλλωστε), ερχόμαστε γρήγορα γρήγορα αντιμέτωποι με ορισμένα προβλήματα «κατηγορίας» και συνεπώς ταυτότητας-συγκρότησης. Άλλο πράγμα το μέσο (medium) με τα οργανωτικά χαρακτηριστικά και την εσωτερική γραμμή παραγωγής (σύνταξη, αρχισυνταξία, ύλη, διόρθωση κ.λπ) και άλλο πράγμα η δημοσιογραφία (journalism).

Το μέσο είναι ένα σύγχρονο «εργοστάσιο» που διαθέτει προηγμένες ή άθλιες υποδομές (χώρος, ωράριο εργασίας) και δίνει στον εργαζόμενο δημοσιογράφο, πέρα από ένα ή δύο κομμάτια «ψωμί -ανάλογα σε ποια «ταχύτητα» έχει πολιτογραφηθεί-, τη δυνατότητα πρόσβασης στους εκπροσώπους της πολιτικής και οικονομικής ελίτ – από εκεί ξεκινάει, κατά κανόνα, η διαμόρφωση των θεμάτων με απεύθυνση στο μαζικό ακροατήριο: με λίγα λόγια αποτελεί ένα θεσμοποιημένο κέντρο διαμεσολάβησης, επιφορτισμένο με το ιδεολόγημα της ελεγκτικής λειτουργίας απέναντι στη νομοθετική, δικαστική και εκτελεστική εξουσία της αστικής δημοκρατίας.

 Η δημοσιογραφία, την ίδια στιγμή, είναι το αποτέλεσμα της παραγωγικής διαδικασίας που αναλαμβάνει ο εργαζόμενος-δημοσιογράφος στις συνθήκες που έχει παγιώσει το κάθε μέσο: το κάθε κείμενο, βίντεο ή εκπομπή διαμορφώνεται σε συγκεκριμένη κουλτούρα παραγωγής και δημιουργίας. Αν το μέσο κάνει «τα καλά μάτια» στο ΠΑΣΟΚ (υποθετικά μιλώντας) ή ενδιαφέρεται να στηρίξει τα συμφέροντα του εφοπλιστή ή μεγαλοεργολάβου ιδιοκτήτη του (πάλι υποθετικά μιλώντας), τότε ο δημοσιογράφος γνωρίζει, χωρίς μάλιστα να φοβάται το «ψαλίδι» της αρχισυνταξίας, που και πότε θα τραβήξει την διαχωριστική γραμμή της καταγραφής, της έρευνας ακόμη και της ανάλυσης· βέβαια, στη γραμμή παραγωγής όπως προκύπτει από διακριτούς εργασιακούς ρόλους, τα «προϊόντα» έχουν διαφορές ως προς τα σημεία και τη μορφή τους: την γλώσσα, την ποσότητα ή ποιότητα της πληροφορίας, την ερμηνεία κ.α. Πιστεύουμε ότι αυτοί οι ρόλοι και αυτές οι σχέσεις, όπως εμπεδώθηκαν εδώ και χρόνια, είναι ιεραρχικές και κάθετες, γεγονός που εκμηδενίζει τις δυνατότητες της κριτικής δημοσιογραφίας και των απελευθερωτικών λειτουργιών της.

«Μέσο» και «δημοσιογραφία» τελικά, βρίσκονται σε μια διαρκή διαλεκτική από τότε που θεσμοποιήθηκαν και δικαιολόγησαν, ψευδώς, την ισχύ τους, ως «φύλακες» (watchdog) της ενημέρωσης και της προστασίας των δικαιωμάτων των «πολιτών-καταναλωτών» του 20ου και 21ου αιώνα. Μιλάμε για την εποχή της μαζικής επικοινωνίας (τηλεόραση, ραδιόφωνο, κινηματογράφος) που έγινε εφικτή λόγω της ραγδαίας καπιταλιστικής τεχνολογικής παραγωγής. Χωρίς να μπούμε εδώ σε περισσότερες λεπτομέρειες, θα αρκεστούμε στη σημείωση πως η εμφάνιση των διαδικτυακών τεχνολογιών άλλαξε το οικοσύστημα των mass media και ανέδειξε νέες μορφές ανταλλαγής της πληροφορίας, ως πρώτης ύλης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής αλλά και ως βάσης επικοινωνίας των υποκειμένων σ’ αυτήν τη διαδικασία.

ΙΙ.

Είναι σημαντικό να πούμε πως για να επιτύχουν οποιαδήποτε εγχειρήματα αδιαμεσολάβητης πληροφόρησης, χρειάζεται να οργανωθούν διαφορετικές δομές και σχέσεις, όχι καθετοποιημένες και συγκεντροποιημένες όπως είναι στα «παραδοσιακά» (mainstream) μέσα. Το να φτιάξουμε «μίντια από τα κάτω» σημαίνει κυρίως τη δημιουργία συλλογικοτήτων, με οριζόντιες δομές, με σχέσεις χωρίς ιεραρχία, με οργάνωση στην οποία ο καθένας προσφέρει αυτό που μπορεί, στον χρόνο που μπορεί: μιλάμε βέβαια για φυσική παρουσία, ανταλλαγές απόψεων δια ζώσης και όχι πίσω από οθόνες· το κάθε εγχείρημα χρειάζεται να αυτό-οργανώνεται και να αυτό-εκπαιδεύεται: θα ήταν επιθυμητό π.χ. όλα τα μέλη του να «περάσουν» από τις περισσότερες πτυχές της δημοσιογραφικής παραγωγής (έρευνα, συλλογή πληροφορίας, μοντάζ κτλ κτλ). Μ’ αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η μεγαλύτερη δυνατή γνώση σε «τεχνικά» ζητήματα ενώ οξύνεται η ικανότητα ενασχόλησης, συμμετοχής στα κοινωνικά ζητήματα που θα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο των «θεμάτων» που παράγονται.

Ποια όμως είναι εκείνα τα «θέματα» που πρέπει να καλύπτονται, να «φωτίζονται» και κυρίως, με ποιον τρόπο; Αν το «από τα κάτω» σημαίνει ότι συλλέγουμε και καταγράφουμε πληροφορίες που τα κυρίαρχα (καθεστωτικά αν προτιμάτε) συνειδητά αποκλείουν, τότε πρέπει να εξετάσουμε ποια είναι αυτά. Πως όμως θα το κάνουμε αυτό, αν δεν έχουμε αποκτήσει συνείδηση πολιτική, αν δεν έχουμε ταξικές αναφορές/επιδιώξεις ή κινηματικές προθέσεις;

Είναι σαφές ότι αν δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, δεν μπορούμε να μιλάμε για μίντια που θέλουν να ασχοληθούν με «τα κάτω» των κοινωνικών στρωμάτων. Χωρίς να απαιτείται αυστηρή ιδεολογική καθαρότητα των συμμετεχόντων, ωστόσο, χρειάζεται να διασαφηνιστούν και να  συμφωνηθούν (όχι άπαξ) ορισμένες αρχές πολιτικής και κοινωνικής απεύθυνσης. Επίσης, χρειάζεται να ‘χουμε στο νου μας, ότι αρκετές αυτόνομες συλλογικότητες, π.χ. με ευρύτερα αναρχικό ή με πιο συγκεκριμένο, αντιφασιστικό πρόσημο, κινούνται ήδη σ’ αυτήν την κατεύθυνση: πληροφορούν «από τα κάτω» διότι εξετάζουν και αναλύουν από θέση, και βέβαια με τεκμηρίωση, π.χ. για την κρατική πολιτική πάνω στους μετανάστες· όχι «γενικά και αόριστα», από δηλώσεις/εξαγγελίες υπουργών και παρατρεχάμενων, όπως θα έκαναν σποραδικά και ακροθιγώς τα παραδοσιακά μέσα· οι προσπάθειες αυτές άλλοτε εστιάζουν συγκεκριμένα στο δίκτυο προβλημάτων των μικροπωλητών της Αττικής, είτε παρακολουθούν τις συνθήκες εργασιακής εκμετάλλευσης που συνεχίζονται, όταν τα «φώτα» της δημοσιότητας σβήνουν.

Αμέσως λοιπόν, αρχίζουν να διαφαίνονται ορισμένες αρχές προσέγγισης των κοινωνικών ζητημάτων στη δημοσιογραφική απόπειρα. Στην παραδοχή μιας διαλυμένης κοινωνικής μάζας, χωρίς τις παραδοσιακές συμμαχίες του παρελθόντος (μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα υπό την ηγεμονική ιδεολογία των εχόντων πλούτο, εξουσία), τα «μίντια από τα κάτω» χρειάζεται να επιτηρούν, σ’ ένα πρώτο επίπεδο, το κράτος της προσόδου που επανέρχεται με διάφορες μορφές: μιλάμε για το κοινωνικό τερέν όπου εξελίσσεται ο ταξικός ανταγωνισμός, οι ταξικές συγκρούσεις. Και όχι επιτήρηση σε γενικό, θεωρητικό επίπεδο αλλά συγκεκριμένα, με εμβάθυνση στις συνθήκες και τους «πρωταγωνιστές» του κάθε θέματος. Και με περιοδικότητα/διάρκεια, αντίθετη από αυτή που ορίζει η «επικαιρότητα» των καθεστωτικών μέσων.

«Από τα κάτω» πρέπει να σημαίνει ότι φωτίζουμε με αξιοπρέπεια τα λούμπεν στοιχεία στα οποία πατάει πάνω τους ακόμη και ο προλετάριος όπως θα έλεγε και ο Ηλίας Πετρόπουλος. Ο άστεγος, ο μετανάστης, αυτός που βασανίζεται από την αστυνομική και κρατική καταστολή, όποιος στερείται την ανθρωπιά του σε κάθε είδους φυλακές, εκείνος που στον εκβιασμό της φτωχοποίησης συναινεί στη δουλεία της δουλειάς και γίνεται αυτόματο υποχείριο της εργοδοσίας. «Από τα κάτω» πρέπει να σημαίνει ότι διακρίνουμε την υποτίμηση του εργατικού δυναμικού, την παρανομοποίησή του και την καιροσκοπική εκμετάλλευσή του από τις ντόπιες μαφιόζικες ελίτ που έχουν ήδη πιάσει πολύ δουλειά.

«Από τα κάτω» πρέπει να σημαίνει θάρρος, να μη γίνουμε άλλος ένας διαμεσολαβητής της κοινωνικής κατάστασης, αναπαράγοντας τα ίδια κυριαρχικά στερεότυπα που οδήγησαν στη λήθη και την αδράνεια, αλλά να συνδέσουμε, δευτερευόντως (μα όχι με μικρότερη σημασία), τη δημοσιογραφία με κινήματα που επεξεργάζονται ανατροπή και αλλαγή των όρων της ζωής μας. Η δημοσιογραφία «από τα κάτω» πρέπει να ‘χει στο νου της ότι «τα μίντιά» που θα την εκπροσωπήσουν, οφείλουν πάνω απ’ όλα να είναι χώροι έκφρασης, αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες που επιδιώκουν διεύρυνση κινηματικών συμμαχιών με στόχο γόνιμες ρήξεις και ανατροπές·

Στην ουσία των πραγμάτων, δεν υπάρχει «δημοσιογραφία των πολιτών» γενικά και αόριστα. Υπάρχουν συνεργατικά εγχειρήματα με νυν και πρώην δημοσιογράφους (ας μην αφορίζουμε τις προσπάθειες ελάχιστων εντός των καθεστωτικών μέσων), bloggers και συλλογικότητες με προσανατολισμούς. Έχει μεγάλη σημασία η συγκρότηση της ταυτότητας διότι πάντα θα ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνουμε η «δημοσιογραφία εκείνων των πολιτών» που με την παχυλή επωνυμία τους γράφουν «ιστορίες για να σκεφτόμαστε διαφορετικά» είτε ψεύτικα παρουσιάζονται ως νέα και εναλλακτική «αιχμή» που απευθύνεται στον κόσμο (γενικά και αόριστα) σε πρόσωπο «ενικό».

Η νοηματοδότηση των «μίντια από τα κάτω» πρέπει να ξεκινά από τη βάση ότι η πληροφορία από μόνη της δεν δραστηριοποιεί, δεν αφυπνίζει, δεν κινητοποιεί – μόνο η ανάλυση, συζήτηση, η επαναφορά στο «προσκήνιο» οδηγεί σε αναστοχασμό, συνείδηση και ανάληψη δράσης.

πως και μέχρι που

Ι.

Αφού προτείναμε κάποιες νοηματοδοτήσεις εκ του προχείρου, ας ασχοληθούμε μ’ ένα δεύτερο ζήτημα που τίθεται: πως γίνονται όλα αυτά, με τι μέσα και μέχρι ποιο σημείο; Υπάρχουν όρια στο που θέλουμε να φτάσουμε ως media-χώροι; Ποιες είναι οι συνεργατικές δυνατότητες στην πληροφόρηση; Πρέπει να θέτουμε όρια ή να βρίσκουμε τρόπους να τα ξεπερνάμε κάθε φορά; (βέβαια ελπίζω πως θα είναι ενδιαφέρουσες οι εισηγήσεις με πολύ πιο πρακτικά και χρήσιμα ζητήματα)

Αρχικά, θα πρέπει να ζητάμε όπως λέει το σύνθημα «τίποτε λιγότερο από τα πάντα». Μπορούμε να πατήσουμε στα ήδη υπάρχοντα εγχειρήματα (radiobubble, omnia, ράδιο ένταση, mind the cam, digital liberation network) και να τα πάμε αρκετά βήματα παραπέρα. Ήδη οι σχετικοί ρόλοι που έχουν «αναληφθεί», δείχνουν τον δρόμο από προηγούμενα πετυχημένα παραδείγματα – τουλάχιστον για τα στρώματα εκείνα που εκτίθενται σ’ αυτήν την πληροφόρηση. Συνοπτικά, θεωρούμε ότι:

α) χρειάζεται προσοχή και επιμέλεια στο να συνεχίζουν να εκτίθενται οι απατεωνιές και τα ψέματα των δημοσιογράφων στα παραδοσιακά media – πράγμα που έχει γίνει επιτυχημένα, ατομικά (μπλόγκερς) και συλλογικά.

β) η συνεχής έκθεση της αστυνομικής πολιτικής στο δρόμο, απέναντι σε κινήματα και συλλογικότητες, και της συνεργασίας της με την Χρυσή Αυγή είναι μια αρχή αντίστασης στο φασιστικό φαινόμενο. Λύσεις έτοιμες δεν υπάρχουν, ωστόσο, επειδή η κατάσταση είναι κρίσιμη και επικίνδυνη, η απάντηση βρίσκεται στην προσεκτική συνεργασία όσων αυτοπροσδιορίζονται κόντρα σε χώρους που προωθούν φασιστικές συμπεριφορές, φανερά ή κρυφά. Πολύτιμη αξία θα έχουν, όπως πάντα είχαν, οι έρευνες (υπό την αφιερωματική μορφή «φακέλων», υπό τη μορφή ραδιοφωνικών ντοκιμαντέρ κ.α.). Η καλύτερη αντιμετώπιση θα έρθει από (δια)-δικτυωμένη προσπάθεια.

γ) δεν έχει κανένα απολύτως νόημα αν όποιο ρεπορτάζ, σχόλιο, έρευνα δημοσιεύεται, δεν «ζητά» συμμετοχή από τον δέκτη που πρόσκειται θετικά. Όχι συμμετοχή για «ν’ ακουστεί η αντίθετη άποψη» (ενός χρυσαυγίτη, λέμε τώρα) ή για να «είμαστε αντικειμενικοί» (να τηρήσουμε τις αποστάσεις), αλλά για να ενισχύσουμε τις δυνατότητες διανόησης, ανάλυσης και κυρίως για να δημιουργήσουμε συνθήκες για κοινωνικά ανοίγματα στα στρώματα που θέλουν να συνδιαμορφώσουν μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία.

δ) χρειάζεται να είμαστε σ’ επαγρύπνηση για να αποφύγουμε να γίνουμε πρωτοπορία ή ελίτ της «πληροφόρησης» διότι αν συμβεί αυτό θα έχουμε πέσει στην παγίδα του «φύλακα» της ενημέρωσης. Αντιθέτως, δεν μας απασχολεί να είμαστε η μόνη «δίοδος» της πληροφορίας (θα ήταν αδύνατο ούτως ή άλλως κάτι τέτοιο) αλλά να γίνουμε ένα σχολείο που δεν αναπαράγει άχρηστες «σχέσεις διδασκαλίας», αλλά χρήσιμα και ανήσυχα υποκείμενα, μέχρι όσο πάει. Ιδανικά θα προτιμούσαμε να είμαστε σε θέση να ανατρέψουμε οποιαδήποτε δυνατότητα «καθεστωτικοποίησης» μας: η δημοσιογραφία χρειάζεται να γίνει τρόπος ζωής, μέσο απελευθέρωσης από οποιαδήποτε καταπίεση. Χρειάζεται άμεσα να την από-επαγγελματικοποιήσουμε ακόμη και αν συνεπάγεται ότι πρέπει να χάσουμε τη δουλειά μας.

ΙΙ.

Συνεργασία, το «άλφα και το ωμέγα». Ατομική παραγωγή (ενεργοί bloggers) σε συνδυασμό με συλλογική παραγωγή θεμάτων. Συνέργειες μεταξύ εγχειρημάτων με συγκεκριμένες θεματικές, όπως για παράδειγμα το digital liberation network που ασχολείται με τα ψηφιακά δικαιώματα και τις νομικές επιπλοκές. Καλέσματα σε νομικούς που ενδιαφέρονται συνειδητά να στηρίξουν προσπάθειες που, μας αρέσει δεν μας αρέσει, θα έρθουν (έρχονται ήδη δηλαδή) αντιμέτωποι με το κράτος και τους μηχανισμούς του.

Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, υπάρχει η δυνατότητα «συνεργασίας» με ξένα καθεστωτικά media. Βάζω σε εισαγωγικά τη λέξη διότι, κυριολεκτώντας, media που θεωρούν εαυτόν «από τα κάτω-για τους κάτω» δεν ελπίζουν και πολλά σε τέτοιους είδους συνεργασίες. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει την χρησιμότητα αυτών των περιπτώσεων: όταν ένας «fixer» ή ένας παραγωγός ή μια ενημερωτική κοινότητα αποφασίσουν οργανωμένα να τοποθετήσουν τη δική τους εικόνα, τη δική τους μαρτυρία-δήλωση σε ένα ξένο καθεστωτικό μέσο, τότε εξασφαλίζεται τουλάχιστον, η παρουσία μη καθεστωτικών, ντόπιων προσεγγίσεων.

Ωστόσο, επειδή δεν αρκούμαστε στο «τουλάχιστον» και επειδή η εμπιστοσύνη είναι κάτι που θέλει κόπο για να κερδηθεί, θα χρειαστεί να πάμε βήματα παραπέρα. Περισσότερο επιθυμητή θα ήταν μια δικτύωση με αντίστοιχες προσπάθειες στο εξωτερικό, Ευρώπη, ΗΠΑ ή οπουδήποτε, αρκεί ο πολιτικός χαρακτήρας και οι επιδιώξεις τέτοιων ομάδων, κοινοτήτων να είναι συνυφασμένες με τις δικές μας επιθυμίες και σκέψεις. Θα ήταν μεγάλο όφελος για τις όποιες κινηματικές διαδικασίες συμβαίνουν παγκοσμίως να δημιουργήσουν ένα δίκτυο ενημέρωσης και δράσης. Είναι θλιβερό σήμερα να επιβεβαιώνεται το επιχείρημα του Μαρξ ότι οι Γάλλοι χωρικοί, στα μέσα του 19ου αιώνα, όντας διεσπαρμένοι στην ύπαιθρο και χωρίς να επικοινωνούν αποτελεσματικά όπως το αστικό προλεταριάτο, δεν ήταν ικανοί για συλλογική πολιτική δράση. Στο χέρι μας είναι.


Αντιρατσισμός στη φασίζουσα ενημέρωση – αντιφασισμός στην πράξη 

* η αδιαμεσολάβητη πληροφόρηση όσο και αν ελαχιστοποιείται από τις τεχνολογίες δικτύωσης, δεν εκμηδενίζεται: πάντα θα υπάρχει η διαμεσολάβηση του ατόμου, η προσωπική του ερμηνεία για τα γεγονότα. Δεν πρόκειται για αποθάρρυνση όσων συμμετέχουμε σε τέτοια εγχειρήματα, ωστόσο ο δρόμος προς το «αδιαμεσολάβητο» οφείλει να μην ξεχνάει την αυτονομία της αντίληψης, της έκφρασης και της ερμηνείας – πάντα στο κάδρο των συλλογικών διαδικασιών και διεκδικήσεων. 

Χρήστος Σύλλας



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου