23 Νοε 2011

Το κίνημα «Occupy» και το δημοκρατικό δώρο του αναρχισμού

Από το site του OccupyWallStreet
Tου David Graeber  

Οι ΗΠΑ θεωρούν τον εαυτό τους μια μεγάλη δημοκρατία, ωστόσο οι Αμερικανοί αποστρέφονται την πολιτική τους. Αυτός είναι ο λόγος που η άμεση δημοκρατία τους εμπνέει.

Όπως μας διδάσκει η ιστορία των κινημάτων του παρελθόντος, αυτό που τρομοκρατεί πιο πολύ εκείνους που κυβερνούν την Αμερική, δεν είναι τίποτε άλλο από τον κίνδυνο ξεσπάσματος της πραγματικής δημοκρατίας. Όπως βλέπουμε στο Σικάγο, το Πόρτλαντ, το Όκλαντ και τώρα στην Νέα Υόρκη, η άμεση απάντηση σ΄ ένα ακόμη πιο «σεμνό» ξέσπασμα, δημοκρατικά οργανωμένης πολιτικής ανυπακοής, είναι ένας αλαφιασμένος συνδυασμός παραχωρήσεων και βαρβαρότητας. Όπως και να’χει όμως, οι κυβερνήτες μας δείχνουν να τελούν υπό μια παρατεταμένη φοβία για το τι θα συμβεί, αν ένας σημαντικός αριθμός Αμερικανών που θα καταλάβει εντέλει τι είναι ο αναρχισμός, αποφασίσει ότι οι πάσης φύσεως κυβερνήτες δεν είναι αναγκαίοι.

Σχεδόν κάθε φορά που δίνω συνέντευξη σε κάποιο δημοσιογράφου «παραδοσιακού» μέσου για το κίνημα Occupy Wall Street, εισπράττω μια παραλλαγή της ίδιας νουθεσίας:

«Πως θα φτάσετε κάπου αν αρνείστε να δημιουργήσετε μια δομή ηγεσίας ή να κάνετε μια πρακτική λίστα με τα αιτήματά σας; Kαι τι συμβαίνει μ’ όλες αυτές τις αναρχικές αηδίες -τη συναίνεση και τα δάχτυλα σε έξαψη… ; Ποτέ δεν θα μπορέσετε να αγγίξετε τους απλούς, μέσους Αμερικανούς με τέτοια πράγματα!».

Είναι πολύ δύσκολο να σκεφτεί κανείς χειρότερη συμβουλή. Εξάλλου, μετά από το 2007, κάθε παρόμοια προσπάθεια που επιθυμούσε να δώσει το έναυσμα για ένα κίνημα κατά της Wall Street, σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ, είχε την κατάληξη που τέτοιοι άνθρωποι (με τέτοιες συστάσεις) πρότειναν - και απέτυχε παταγωδώς. Μόνο όταν μια μικρή ομάδα αναρχικών στη Νέα Υόρκη αποφάσισε να υιοθετήσει την αντίθετη προσέγγιση -αρνούμενη ν’ αναγνωρίσει τη νομιμότητα της υπάρχουσας πολιτικής εξουσίας και απαιτώντας πράγματα από αυτήν· αρνούμενη να δεχτεί τη νομιμότητα της υπάρχουσας νομικής τάξης, καταλαμβάνοντας έναν δημόσιο χώρο χωρίς να ζητήσει άδεια, αρνούμενη να εκλέξει ηγέτες που ενδεχομένως να δωροδοκούνταν ή να «συνεργάζονταν»· διακήρυξαν μολαταύτα χωρίς βία, ότι ολόκληρο το σύστημα ήταν διεφθαρμένο και το απέρριψαν· ήταν πρόθυμοι να κρατήσουν σθεναρή στάση ενάντια στην αναπόφευκτα βίαιη κρατική στάση - εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανών από το Πόρτλαντ ως την Τουσκαλούσα άρχισαν να διαδηλώνουν υποστηρικτικά, ενώ μια πλειονότητα ανθρώπων εξέφρασε τη συμπάθεια της σ’ αυτούς.

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ένα κίνημα, βασισμένο σε θεμελιακές αναρχικές αρχές -άμεση δράση, άμεση δημοκρατία, απόρριψη των πολιτικών θεσμών και προσπάθεια για δημιουργία εναλλακτικών- έχει καλλιεργηθεί στις ΗΠΑ. Το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα (τουλάχιστον, στις πιο ριζοσπαστικές εκδοχές του), το αντι-πυρηνικό κίνημα, το κίνημα για παγκόσμια δικαιοσύνη … όλα πήραν παρόμοιες κατευθύνσεις. Ωστόσο, ποτέ κανένα δεν αναπτύχθηκε τόσο εντυπωσιακά γρήγορα.

Από το site του OccupyWallStreet
Για να καταλάβουμε το γιατί, πρέπει να καταλάβουμε ότι πάντα υπήρχε ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ του νοήματος που δίνουν στη δημοκρατία όσοι κυβερνούν την Αμερική και μεταξύ του νοήματος που αποδίδουν στη λέξη οι υπόλοιποι. Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, βέβαια, η «δημοκρατία» είναι ένα σύστημα που δημιουργήθηκε από τους πατέρες του έθνους, βασισμένο σε ελέγχους και ισορροπίες ανάμεσα στον πρόεδρο, το Κογκρέσσο και τους δικαστές. Για του λόγου το αληθές βέβαια, πουθενά στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας ή στο Σύνταγμα αναφέρεται ότι οι ΗΠΑ είναι «δημοκρατία». Οι περισσότεροι όρισαν τη δημοκρατία ως συλλογική αυτοδιακυβέρνηση με λαϊκές συνελεύσεις οι οποίες, ως τέτοιες, δεν μπορούσαν να έρθουν σε αντίθεση με τη δημοκρατία, με το επιχείρημα ότι θα ήταν προκατειλημμένες ενάντια στα συμφέροντα των μειονοτήτων (η συγκεκριμένη μειονότητα που είχα στο μυαλό μου για τώρα, βέβαια, είναι οι πλούσιοι).

Αυτό λοιπόν που έκαναν ήταν να ορίσουν εκ νέου το δικό τους πολίτευμα - όχι στα πρότυπα της Αθήνας αλλά της Ρώμης- ως μια «δημοκρατία», ακριβώς επειδή στους απλούς Αμερικανούς άρεσε πάρα πολύ η λέξη.

Αλλά τι εννοούσαν και τι εννοούν με την λέξη αυτή; Ένα σύστημα στο οποίο προσπαθούν να «ζυγίσουν» ποιοι πολιτικοί θα αναλάβουν την κυβέρνηση; Αυτό είναι που πάντα τους έλεγαν, αλλά μοιάζει αβάσιμο. Εξάλλου, οι περισσότεροι Αμερικανοί αποστρέφονται τους πολιτικούς και τείνουν να είναι πολύ σκεπτικοί για την ιδέα της κυβέρνησης αυτή καθαυτή.

Αν πάντως η δημοκρατία παγκοσμίως θεωρείται ως ένα πολιτικό ιδανικό, αυτό συμβαίνει γιατί οι Αμερικανοί ακόμη τη θεωρούν, αν και κάπως αόριστα, ως αυτοδιακυβέρνηση - ή ως εκείνο που οι πατέρες του έθνους σχεδόν κατήγγειλαν ως «δημοκρατία», ή, όπως συχνά το αποκαλούσαν, «αναρχία».

Από το site του OccupyWallStreet
Αυτά ενδεχομένως θα μπορούσαν να εξηγήσουν τον ενθουσιασμό με τον οποίο οι Αμερικανοί έχουν αγκαλιάσει ένα κίνημα που βασίζεται σε αμεσοδημοκρατικές αρχές, παρά την ομοιόμορφη περιφρονητική απόρριψη από τα αμερικανικά media και τους πολιτικούς.

Βέβαια, οι περισσότεροι είναι, πολιτικά, βαθιά μπερδεμένοι. Τείνουν στο να συνδυάζουν μια βαθιά ευλάβεια για την ελευθερία με μια προσεκτικά διατυπωμένη ταυτοποίηση με τον στρατό και την αστυνομία. Ελάχιστοι είναι πραγματικοί αναρχικοί· ακόμα λιγότεροι γνωρίζουν ότι τι σημαίνει «αναρχισμός». Δεν είναι εντελώς ξεκάθαρο πόσοι θα ήθελαν εντέλει να ξεφορτωθούν το κράτος και τον καπιταλισμό ολοκληρωτικά.

Ωστόσο, ένα από τα πράγματα που νιώθουν οι περισσότεροι είναι ότι κάτι πάει τρομερά λάθος με τη χώρα τους, ότι οι βασικοί θεσμοί ελέγχονται από μια αλαζονική ελίτ, ότι η ριζοσπαστική αλλαγή κάποιας μορφής έχει, εδώ και καιρό, καθυστερήσει. Έχουν δίκιο. Είναι δύσκολο να φανταστείς ένα πολιτικό σύστημα τόσο συστηματικά διεφθαρμένο - ένα σύστημα όπου η δωροδοκία, σε κάθε επίπεδο, έχει γίνει εξ’ ολοκλήρου νόμιμη. Η οργή είναι φυσικό αποτέλεσμα. Το «πρόβλημα» βέβαια ήταν ότι, μέχρι τις 17 Σεπτεμβρίου, η μόνη πλευρά του πολιτικού φάσματος που ήθελε να προτείνει πιο ριζοσπαστικές λύσεις, κάθε μορφής, ήταν η σωστή. Τώρα, το Occupy Wall Street το άλλαξε αυτό: η δημοκρατία ξέσπασε.

Το παραπάνω άρθρο του D. Graeber δημοσιεύτηκε στον Guardian, στις 15 Νοεμβρίου 2011.

Χ. Σύλλας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου